Σταύρος Θάνος's Blog
September 2, 2025
Το δάσος πίσω από το δέντρο που λέγεται Άγιος Παίσιος

Άγιος, πήρα και πάλι μάθημα ζωής.
Όταν βρεθήκαμε στο καλυβάκι του Αγίου Παϊσίου, μοιραία συνέδεσα τις εικόνες εκεί με αυτές της τηλεοπτικής σειράς. Βέβαια ήταν η πρώτη επίσκεψη στο Άγιο Όρος. Αν είχε προηγηθεί η επίσκεψη χρονικά της σειράς και πάλι θα είχα πάει. Η σειρά βοήθησε πάντως να νιώσω ότι έχω ξαναβρεθεί σε εκείνο το μέρος.
Όταν λοιπόν φύγει αυτή η πρώτη επιφανειακή χαρά, πρέπει να διαχωρίσουμε μέσα μας πρώτα την εικόνα, που μοιραία φέρνει μια τηλεοπτική επιτυχία, πιθανότατα ακόμα και την ίδια τη φήμη του Αγίου, ακόμα και όταν ήταν εν ζωή, και να πάμε ακόμα πιο πίσω.
Αν τραβήξουμε την κουρτίνα τι βλέπουμε; Έναν άνθρωπο που διάλεξε να ζήσει σε ένα καλύβι χωρίς ηλεκτρικό και ζεστό νερό, μακριά από τον κόσμο (ακόμα και με τα μονοπάτια που έχουν ανοίξει τώρα είναι μια διαδρομή 30-45 λεπτά ανάλογα τη φυσική κατάσταση και τις καιρικές συνθήκες από τη μονή Κουτλουμουσίου).

των μοναχών και υπήρξε κι ένα χαρακτηριστικό
γνώρισμα του Αγίου Παϊσίου με τον ίδιο να
σερβίρει τους δεκάδες επισκέπτες. Έλεγε με χιούμορ
στους μοναχούς που ήθελαν να μείνουν μαζί του
πως ήθελαν να τα αφήσουν όλα και να γίνουν
σερβιτόροι στην Παναγούδα!

Έναν άνθρωπο που προσευχόταν μέρα νύχτα και είχε τη χάρη να δεχτεί την επίσκεψη από αγίους, την Παναγία μας και τον ίδιο τον Χριστό! (Σε μια από τις φωτογραφίες βλέπετε την αγιογραφία που παρήγγειλε ο Άγιος μετά τη συνάντησή του με τον Χριστό. Έτσι Τον είδε ο ίδιος)

ο Άγιος και ζήτησε να Τον αγιογραφήσουν.
Σε μια από τις φωτογραφίες που έχω τραβήξει (με το στασίδι), ο ίδιος ο Άγιος είχε βάλει εικόνες από όλους τους αγίους που είχε δει. Όταν καταλάβεις σε τι χώρο είσαι και το τι έγινε εκεί μέσα, νιώθεις περίεργα. Ίσως γιατί η πίστη μας δεν είναι αρκετή ώστε να θεωρώ δεδομένο αυτό που ακούω. Ή το να θεωρώ ότι η αγιοσύνη είναι κάτι σαν αυτό που είδαμε στη σειρά. Αποσπασματική, σκηνές από μια ζωή που ήταν γεμάτη προσευχή και ταπείνωση. Και πόνο όμως. Και στερήσεις. Και αρρώστιες. Και πειρασμούς. Και πολλά ακόμα.
Κάποτε είχα διαβάσει μια ιστορία για έναν μοναχό που βρισκόταν σε ένα λεωφορείο και ταξίδευε προς μια πόλη (συγχωρέστε με για την αοριστία, όμως δεν θυμάμαι λεπτομέρειες). Σε μια στάση, κοντά σε ένα χωριό διαδόθηκε πως είχε γίνει ένα θαύμα. όλοι οι επιβάτες βγήκα από το λεωφορείο και έτρεξαν να δουν τι είχε συμβεί. Ο μοναχός έμεινε στη θέση του. Ο οδηγός του λεωφορείου τον κοίταξε παραξενευμένος. «Άνθρωπος του Θεού που λέει ότι πιστεύει και δεν πας να δεις το θαύμα;». «Αν έπρεπε να δω για να πιστέψω, δεν θα έπρεπε να γίνω μοναχός», ήταν η απάντηση και αυτή με συντροφεύει σε κάθε στιγμή μου που αφορά την πίστη. Δεν χρειάστηκε να πάω ως εκεί για να βρω την πίστη μου. Πήγα ως εκεί για να βρω την πίστη του Αγίου.
Στο ίδιο στασίδι με τα πρόσωπα που επισκέφτηκαν τον Άγιο, τα πράγματα που άφησε ο άγιος φεύγοντας για τελευταία φορά εκτός Αγίου όρους, χωρίς φυσικά να το ξέρει. Ανθρώπινη υπενθύμιση πως όταν εμείς κάνουμε σχέδια, ο Θεός γελάει.

Μπορεί να ακούγομαι λίγο μπερδεμένος, μα είναι δύσκολο να βάλω τη σκέψη μου σε σειρά. Αυτό συμβαίνει κυρίως γιατί συνειδητοποιώ πως οι βίοι των αγίων, αυτά τα ''παραμυθάκια'' που μας διαβάζανε όταν ήμαστε μικροί, έχουν μέσα στην απλότητά τους αλήθειες που είναι δύσκολο να αγνοήσεις μεγαλώνοντας, εκτός κι αν αυτό το έχεις επιδιώξει και σε συμφέρει .

επιθυμία να ταφεί εκεί. Υπενθύμιση για τον
προορισμό όλων μας.
Έχουμε μάθει να κοιτάμε την επιφάνεια των πραγμάτων (αλήθεια, χρειάζεται μια σειρά, για να γεμίσει το μοναστήρι της Σουρωτής προσκυνητές;) και δεν ψάχνουμε το πίσω, την αιτία, την πηγή. Ο Άγιος Παίσιος έχει αδικηθεί, γιατί το μεγαλείο του, μετρήθηκε με δείκτες θεαματικότητας. Κανείς όμως δεν τον ακολούθησε στην άγρια πορεία της ζωής του, όλοι έμειναν στην άγια πλευρά. Το πώς αυτή αποκτήθηκε είναι η ωραία ιστοριούλα που μας αρέσει να ακούμε και όχι να μιμούμαστε.
Αν έχω αναγνωρίσει έναν κοινό παρονομαστή στη ζωή των περισσότερων Αγίων, είναι αυτή ακριβώς η θυσία του εγώ τους σε όλη τη διάρκεια της εδώ ζωής τους. Πόσο υπέροχο παράδειγμα! Και θα μου πει κάποιος, δηλαδή πρέπει να πιάσουμε τα όρη και τα άγρια βουνά και να προσευχόμαστε όλη μέρα; Η απάντηση είναι πως όχι. Οι ίδιοι οι ασκητές μας λένε μάλιστα πως αυτά που κάνει ο μοναχός είναι υπέρ φύσιν. Σε εμάς αρκούν τα κατά φύσιν και για αυτό η εκκλησία ευλογεί κάθε κοινωνική μας στιγμή (από τη γέννηση μέχρι τον θάνατο). Αυτό όμως που μας ζητάει, είναι να πολεμήσουμε το παρά φύσιν και εδώ ακριβώς έρχεται η τομή. Η διαχωριστική γραμμή που αποφασίζει ο καθένας μας να τραβήξει ανάμεσα στο κατά και το παρά. Αυτή η ελευθερία επιλογής είναι η ελεύθερη βούληση που μας δώρισε ο Θεός. Ταυτόχρονα όμως μας όρισε και τη γραμμή ανάμεσα στα δύο. Η επιλογή μας είναι αυτή που μας πηγαίνει προς Εκείνον, ή μακριά από Εκείνον. Διαλέγουμε, ή τη διαδρομή του ή την επιλογή μας (Δηλαδή την αίρεση, πόσο υπέροχη η γλώσσα μας που τα εξηγεί τόσο άμεσα;)
Σε ευχαριστώ για το μάθημα Άγιε Παΐσιε. Σταύρος Θάνος
August 8, 2025
Rusty

«Πού να με πάρει,χάθηκα!»
Το λαμπάκι στοφορτηγάκι του είχε χτυπήσει εδώ και λίγη ώρα. Η βενζίνη που του είχε μείνειήταν μόνο για λίγα χιλιόμετρα. Το GPS δεν αναγνώριζε καμία πόλη εκεί τριγύρω. Καιμε το φορτίο που είχε δεν έπρεπε να καθυστερήσει.
Σταμάτησε στην άκρη καιβγήκε έξω. Έκανε κρύο. Μπορούσε να διακρίνει από μακριά το νερό στη θάλασσαπαρόλο που δεν είχε φεγγάρι. Άκουγε τα κύματα εκεί κοντά να χτυπάνε σε κάποιουςβράχους. Αναρωτήθηκε πού είχε κάνει το λάθος.
Όσο το σκεφτόταν, τόσοεπιβεβαιωνόταν πως το λάθος έγινε στην έξοδο πριν τον κόμβο. Εκεί είχε δει τοπεριπολικό να πηγαίνει μπροστά του και δεν ήθελε να το ρισκάρει. Βγήκε μιαέξοδο νωρίτερα, όμως έτσι κατάφερε να χαθεί.
Τι έλεγε εκείνη ηέξοδος στην ταμπέλα;
Το μυαλό του φυσικάήταν στο περιπολικό και όχι στην έξοδο. Το κινητό του χτύπησε ακόμα μια φορά.
«Όχι αφεντικό, όλα πάνεσύμφωνα με το σχέδιο, μην ανησυχείς»
Έκλεισε το τηλέφωνο καικοίταξε τριγύρω απελπισμένος. Αν έμενε από βενζίνη όλοι θα ανακάλυπταν τοφορτίο του. Και τότε ήταν χαμένος.
Ένα φως μικρό σαν σπίθαάναψε στο βάθος. Προσπάθησε να διακρίνει τι ήταν. Έμοιαζε με κατοικία. Τα μάτιατου είχαν συνηθίσει στο σκοτάδι. Τώρα μπορούσε να δει ότι εκεί υπήρχε μια πόλη.Μια πόλη με σβηστά όλα τα φώτα. Εκτός από ένα.
Δεν μπορεί, κάποιοςθα μπορεί να με βοηθήσει κι αν όχι τουλάχιστον θα μείνω μέχρι να ξημερώσει.
Το φορτίο του θα άντεχεοριακά λίγες ώρες ακόμα. Το ήξερε και ο ίδιος. Το ιδανικό θα ήταν να βάλειβενζίνη, να μάθει πού βρίσκεται και να συνεχίσει.
Μπήκε πάλι στοφορτηγάκι του, έβαλε μπροστά και ξεκίνησε για εκείνο το φωτάκι. Σε λιγότερο απόένα τέταρτο στροφών βρέθηκε μπροστά σε εκείνη τη μικρή πόλη. Η ταμπέλα ήτανσκουριασμένη και έγραφε Ιόπη.
Πώς έμπλεξα έτσι;
Η πόλη από κοντά ήτανμεγαλύτερη από όση φαινόταν στο σκοτάδι. Ναι ήταν σε μεγάλο βαθμόεγκαταλελειμμένη, αλλά θα είχε περάσει και μέρες δόξας. Ο κεντρικός δρόμος είχεένα αστυνομικό τμήμα (ευτυχώς κλειστό), ένα δημαρχείο και πλατεία. Το φωςερχόταν από λίγο πιο κάτω. Πήγαινε αργά και προσπαθούσε να μην κάνει θόρυβο. Ανυπήρχαν κάτοικοι σε αυτή την περιοχή, θα ήταν ήδη στα κρεβάτια τους. Αναρωτιόταναν εκείνο το φως οδηγούσε σε κάποιο μαγαζί – ή ακόμα καλύτερα – σε κάποιοβενζινάδικο.
Λίγα στενά πιο κάτω τοείδε. Ήταν ένα παλιό μαγαζί με μια ταμπέλα που αναβόσβηνε. Rusty έγραφε εκείέξω και το όνομα έμοιαζε ταιριαστό με την περίπτωση. Απογοήτευση. Κατά πάσαπιθανότητα ο ιδιοκτήτης είχε απλά ξεχάσει την ταμπέλα αναμμένη. Εκείνη η πόληείχε πεθάνει και δεν το ήξερε.
Έσβησε τη μηχανή για ναμην κάνει περιττό ξόδεμα στην πολύτιμη βενζίνη του. Άνοιξε το παράθυρο καιάναψε ένα τσιγάρο. Έπρεπε να ηρεμήσει και να αποφασίσει τι θα κάνει.
Μετά την πρώτη τζούραένιωσε καλύτερα. Κοίταξε το κινητό του. Δεν είχε σήμα. Καμία έκπληξη. Μέσα σεεκείνη την ησυχία, άρχισε να ξαναβρίσκει την αυτοπεποίθησή του. Το πακέτο πουείχε στο αμάξι έπρεπε να παραδοθεί. Το αφεντικό του, τού είχε ζητήσει να το παραδώσεισε ένα συγκεκριμένο μέρος. Και με΄τα να εξαφανίσει και το φορτηγάκι. Θεωρητικάσε εκείνο το μέρος που θα πήγαινε, δεν θα το έβρισκαν ποτέ. Όμως και αυτό τομέρος φαινόταν μια χαρά. Δεν υπήρχε ψυχή. Μπορούσε να επιστρέψει να το εξαφανίσειεκεί. Να το πετάξει στη θάλασσα. Άλλωστε στην επιστροφή δεν θα είχε πρόβλημα νατου κάνουν έλεγχο. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν λίγη βενζίνη. Αν έπρεπε νακαλέσει οδική θα κινούσε υποψίες σε μια τέτοια πόλη τέτοια ώρα.
Ένας ήχος τον έκανε ναβγει από τις σκέψεις του. Η πόρτα στο μαγαζί μπροστά του άνοιξε. Φως φαινότανστο εσωτερικό και μια χαμηλή μουσική έβγαινε προς τα έξω.
Είναι ανοικτό;
Έκλεισε το παράθυρο καικατέβηκε από το φορτηγάκι. Κλείδωσε και πέταξε το τσιγάρο. Άνοιξε διστακτικάτην πόρτα.
«Μπες» ακούστηκε μιαφωνή.
Έσπρωξε λίγο πιο δυνατάκαι μπήκε. Το εξωτερικό του μαγαζιού το αδικούσε. Μέσα ήταν ένα κανονικόμπαράκι. Υπήρχαν τραπέζια, καθίσματα στην μπάρα, ένα τζουκμποξ, ακόμα καιμπιλιάρδο σε μια γωνία. Πίσω από την μπάρα ήταν ένας άντρας.
«Κανονικά έχω κλείσει,αλλά βλέπω είσαι περαστικός.»
«Ναι… Χάθηκα και έψαχναένα βενζινάδικο, γιατί κοντεύω να ξεμείνω από καύσιμα. Μήπως μπορείς να μεβοηθήσεις;»
«Φίλε μου ήρθες στοτέλος του κόσμου. Δηλαδή και να ήθελες να πας πιο κάτω δεν έχει. Βενζινάδικοέχει περίπου δέκα χιλιόμετρα πιο πίσω, αλλά θα ανοίξει το πρωί.»
«Κατάλαβα»
«Να σου βάλω κάτι ναπιεις;»
«Εδώ που φτάσαμε, μιαμπίρα θα ήταν καλή».
Ο μπάρμαν έβγαλε έναπαγωμένο ποτήρι και το άφησε μπροστά του. Πήγε μέχρι το ψυγείο και έβγαλε έναμπουκάλι. Το άνοιξε μπροστά του με το ανοιχτήρι και το άφησε δίπλα στο ποτήρι.
«Στην υγειά σου»
«Στην υγειά σου»
Ήπιε την πρώτη γουλιά.Ήταν παγωμένη. Αν ήταν καλοκαίρι θα την ευχαριστιόταν παραπάνω. Κι αν δεν είχεεκείνη το φορτίο πίσω στο φορτηγάκι. Ο μπάρμαν σαν να διάβασε τη σκέψη του τονρώτησε.
«Τι κουβαλάς;»
«Ε;»
«Με το φορτηγάκι λέω,τι κουβαλάς;»
«Δουλεύω σε εταιρίαμεταφορών, έχω διάφορα δέματα για παράδοση»
«Έχεις και για εμάςτίποτα;»
«Όχι, όπως σου είπαχάθηκα και βρέθηκα εδώ»
Ο μπάρμαν δεν συνέχισετη συζήτηση. Πήγε μέχρι το ηχοσύστημα και δυνάμωσε λίγο ένα τραγούδι που έπαιζε.Ο άντρας παραξενεύτηκε από την έναρξη του τραγουδιού που έμοιαζε σαν εκκλησίακαι στη συνέχεια συνέχισε με μια χαρακτηριστική κιθάρα που ήταν σίγουρος ότιείχε ακούσει. Έβγαλε το κινητό του, αλλά δεν είχε σήμα. Σκέφτηκε να ψάξει ποιοτραγούδι ήταν. Εκεί συνειδητοποίησε ότι είχε χαλαρώσει παραπάνω από τοαναμενόμενο και είχε μια αποστολή.
Ένας στίχοςεπαναλαμβανόταν συνεχώς στο τραγούδι.
Your time is gonna come
Your time is gonna come
Ο μπάρμαν τον κοίταξε.
«Led Zeppelin είναι, αναναρωτιέσαι»
Έγνεψε και σήκωσε τοποτήρι του. Ήπιε άλλη μια γουλιά από την μπίρα του. Ξαφνικά ένιωσε την ανάγκηνα πάει στο μπάνιο. Ο μπάρμαν του έδειξε την πόρτα. Εκείνος πήγε γρήγορα.
Μπήκε στο μπάνιο, όπουτα φώτα ήταν σβηστά. Έψαξε τριγύρω στα τυφλά, αλλά δεν μπορούσε να βρει τονδιακόπτη. Ένιωθε ότι θα σκάσει.
Γάμησε το, θα πάωστα τυφλά.
Έψαξε μέσα στο σκοτάδικαι προσανατολίστηκε. Κατάφερε να ξαλαφρώσει. Ταυτόχρονα ένιωσε το στόμα του ναγίνεται ξερό. Διψούσε πάλι.
Ψηλάφισε για να βρειτον νιπτήρα. Έπλυνε τα χέρια του και κοίταξε ευθεία εκεί που λογικά θα ήταν οκαθρέφτης του μπάνιου. Η κίνηση έγινε αυθόρμητα. Μπροστά του είδε κάτι σανπράσινα μάτια να τον κοιτάζουν. Πετάχτηκε πίσω. Βγήκε γρήγορα από το μπάνιο. Ομπάρμαν ήταν εκεί και με νωχελικές κινήσεις συνέχισε τις δουλειές του.
«Δεν είχε φως»
«Δεν το βρήκες μάλλον,ελπίζω να μην τα έκανες μαντάρα εκεί μέσα»
«Όχι όχι»
Το στόμα του ήταν ακόμαπιο ξερό. Ένιωθε σαν να μασάει άμμο. Πήγε προς το ποτήρι του και ήπιε μια ακόμαμεγαλύτερη γουλιά από την μπίρα του. Στιγμιαία ένιωσε και πάλι καλά. Έκατσε στηθέση του, ενώ άλλα τραγούδια είχαν πάρει σειρά.
«Η πόλη σας γιατί είναιτόσο έρημη;» ένιωσε το σας να το λέει σχεδόν ψευδά. Το στόμα του είχεστεγνώσει πάλι. Ήπιε μια γουλιά ακόμα.
«Τον χειμώνα οικάτοικοι είναι ελάχιστοι. Πεθαίνουν σιγά σιγά και οι παλιότεροι και οι νεότεροιέρχονται μόνο για διακοπές. Φίλε μου, έπρεπε να δεις αυτό το μέρος πριν λίγαχρόνια. Χαμός!»
Έγνεψε και πάλι. Μέσασε λίγα λεπτά και μετά μόλις από δύο γουλιές, ένιωθε ότι πρέπει να αδειάσει καιπάλι την κύστη του.
Τι σκατά;
Ζήτησε συγνώμη και ξαναπήγεστο μπάνιο.
«Βρες το φως αυτή τηφορά. Μπαίνοντας στα δεξιά»
Ακολούθησε τη συμβουλήκαι το βρήκε. Αν και ήταν οριακό για να μην τα κάνει πάνω του. Η ανακούφισηήταν ακόμα μεγαλύτερη από την πρώτη φορά. Σχεδόν άφησε μια ανάσα ανακούφισης.Ένιωσε τη δίψα του να μεγαλώνει.
Βγήκε και πλύθηκεκοιτώντας στον καθρέφτη που νωρίτερα πίστεψε ότι είχε δει τα μάτια. Το σκοτάδιμπορεί πολύ εύκολα να παίξει μαζί σου. Βγήκε έξω ανανεωμένος. Ήθελε να πιει καιτο υπόλοιπο ποτήρι.
Έκατσε και πάλι στηθέση του.
«Δεν θέλω να σεστεναχωρήσω, μπορώ αν θες να σου βάλω άλλη μια μπίρα και μετά θα κλείσω να πάωκι εγώ για ύπνο. Πιστεύω καταλαβαίνεις»
«Κανένα πρόβλημα. Θα πιω άλλη μία»
Ο μπάρμαν του έδωσεακόμα μια. Αυτή τη φορά την ήπιε μονορούφι. Είχε ανάγκη να ξεδιψάσει.
«Έι φίλε, μην ξεχνάςοδηγείς και έχεις και ένα φορτίο εκεί μέσα. Με το μαλακό!»
Τη λέξη φορτίο τουφάνηκε ότι ο μπάρμαν την τόνισε ιδιαίτερα. Σαν να ήξερε ποιο ήταν το φορτίο πουκουβαλούσε.
«Εντάκθει»
Τι έγινε;
Πλέον ψεύδιζε κανονικά.Η γλώσσα του ήταν στεγνή. Μπορούσε να νιώσει άμμο στο στόμα του.
«Σε παρακαλώ μια μπιρίτθαακόμα»
Δεν μπορούσε ναπιστέψει πως τα χείλη του κολλούσαν από τη δίψα. Το γράμμα σίγμα δεν μπορούσε ναβγει σαν ήχος. Ο μπάρμαν δεν έδειξε να ενοχλείται.
«Τελευταία, ε;»
Έγνεψε καταφατικά. Ήπιεμονορούφι το ποτήρι.
«Πολύ καλύτερα. Είχεσχεδόν στεγνώσει το στόμα μου»
Έβγαλε να πληρώσει. Ομπάρμαν πήρε το χαρτονόμισμα αδιάφορα και το έβαλε στο ταμείο. Τον καληνύχτισεκαι τον ευχαρίστησε και ξεκίνησε για την έξοδο. Άρχισε να τρεκλίζει ενώ ένιωθεότι πρέπει να πάει και πάλι τουαλέτα. Η κύστη του θα έσκαγε.
«Τι μου θυμβαίνει;»
Το ψεύδισμα είχεεπιστρέψει μαζί με τη δίψα. Ξεκίνησε να τρέχει για το μπάνιο. Μπήκε καιπροσπάθησε να ανάψει τον διακόπτη, δεν τον βρήκε. Πήγε απευθείας στην τουαλέτακαι ένιωσε τα ούρα να βγαίνουν από το κορμί του με μεγάλη δύναμη. Τόση πουένιωσε τα νεφρά του να πονάνε. Συνέχισε να κατουράει, ενώ το στόμα τουστέγνωνε. Ήταν σαν το κορμί του να ήταν ένα τεράστιο δοχείο με νερό και όσοαφαιρούσε αυτά που είχε πιει, άδειαζε.
Πρώτα ήταν η γλώσσατου, μετά ο λαιμός του. Ξεράθηκε τόσο που δεν μπορούσε να μιλήσει. Ο αέραςπερνούσε με το ζόρι. Όταν τελείωσε σχεδόν ένιωθε να μην μπορεί να αναπνεύσει.Βγήκε έξω στον χώρο με τον νιπτήρα και προσπάθησε να βγει έξω να φωνάξει τονμπάρμαν. Αυτή τη φορά τα δύο πράσινα μάτια ήταν και πάλι μπροστά του και τονκοιτούσαν. Δεν ήταν φαντασία. Η φιγούρα διακρινόταν από τον φωτισμό της πόρταςπου οδηγούσε στον κεντρικό χώρο. Δεν υπήρχε φωνή να βγάλει.
Ένιωσε τη φιγούρα ναμεγαλώνει. Η κύστη του – αυτόνομη πια – συνέχισε να αδειάζει το σώμα του.Ένιωσε να ρυτιδιάζει. Σκεφτόταν τις σταφίδες που έτρωγε μικρός και αναρωτιόταναν σε λίγη ώρα θα έμοιαζε κάπως έτσι. Πήγε να ψελλίσει ένα γιατί, όμως δεν υπήρχεδύναμη για τίποτα. Χρειαζόταν βοήθεια. Κάποια στιγμή, έσπρωξε την πόρτα καιβγήκε έξω. Βρήκε τον μπάρμαν να τον κοιτάζει ατάραχος, ενώ είχε πέσει στα πόδιακαι σερνόταν. Ο μπάρμαν συνέχισε να κάνει δουλειές. Σημείωνε ελλείψεις σε έναχαρτί, κοιτώντας τις προμήθειες του. Ίσως να σημείωνε να πάρει πάλι εκείνη τημπίρα για να ξεκάνει κι άλλους ανθρώπους από το κατούρημα.
«Ξέρεις η Ιόπη θα ήτανγεμάτη κόσμο, αν το παρελθόν της δεν ήταν αμαρτωλό. Έχουμε ιστορίες για κάθελογής έγκλημα. Κάποιοι μας είπαν καταραμένους. Οι λίγοι που μείναμε εδώ,υποσχεθήκαμε πως η αμαρτία θα μείνει μακριά από αυτό το μέρος. Και το μέρος μαςβοηθάει, όπως μπορεί. Θα γνώρισες πιθανόν τον συνέταιρό μου στο μπάνιο».
Δεν ήξερε τι να σκεφτείπια. Ένιωθε πως οι ανάσες που του είχαν μείνει ήταν μετρημένες. Το σώμα τουείχε χάσει κάθε υγρό που είχε νωρίτερα. Ένιωθε τις φλέβες του καυτές, σαν τοαίμα να προσπαθεί να βρει τρόπο να φύγει από εκεί μέσα. Ήθελε να μάθει τονλόγο. Ή μάλλον να μάθει πώς ήξεραν. Ο μπάρμαν σαν να διάβασε τη σκέψη του πήγεαπό πάνω του. Άφησε σε ένα τραπέζι το σημειωματάριο και το μολύβι του. Τονκοίταξε χαμογελώντας.
«Δεν σου έμαθε η μαμάσου ότι δεν απαγάγουμε παιδιά, παλιοανώμαλε;»
Ο μπάρμαν σταμάτησε ναχαμογελάει. Του έριξε μια κλοτσιά στα αχαμνά με τόση δύναμη που ήθελε ναουρλιάξει. Δεν μπορούσε. Ο πόνος διαπέρασε όλο του το κορμί. Ακόμα και τα δάκρυαπου έπρεπε να τρέξουν από τα μάτια του, δεν βγήκαν.
Το κουφάρι του συρρικνωνόταν.Έμοιαζε σαν ένα στρώμα θαλάσσης που μαζεύει, την ώρα που ανοίγει η τάπα τουαέρα. Ο μπάρμαν απομακρύνθηκε ψύχραιμα παίρνοντας και τις σημειώσεις του. Πήρεκαι τα κλειδιά για το βανάκι. Βγήκε έξω από το μαγαζί και πήγε προς το αυτοκίνητο.Άνοιξε την πόρτα και πάτησε να ξεκλείδωσε η πόρτα στο πίσω μέρος του βαν. Βρήκετο αγόρι να είναι εκεί αναίσθητο. Το πήρε στην αγκαλιά του και το έβαλε στοδικό του αυτοκίνητο, στη θέση του συνοδηγού. Η περιπέτεια του σύντομα θατελείωνε.
Μέσα στο μαγαζί, ό,τιείχε απομείνει από εκείνον τον άντρα ήταν στο πάτωμα. Κομμάτια ζαρωμένου δέρματος,σαν ένα πουκάμισο που είχε πέσει ατσούμπαλα κάτω κουνιόνταν ακόμα, μα όχι γιαπολύ. Τα μάτια ήταν ακόμα στη θέση τους, αν και κοιτούσαν σε διαφορετικέςκατευθύνσεις. Το ένα έπεσε και κύλησε στο πάτωμα. Αν μπορούσε ακόμα να έχει τηδύναμη της όρασης, θα έβλεπε εκείνο το πλάσμα που βγήκε από το μπάνιο. Σε λίγοτίποτα δεν θα είχε μείνει να θυμίζει πως κάποτε υπήρξε σε αυτόν τον κόσμο. Τοτραγούδι των Led Zeppelin είχε αρχίσει να παίζει και πάλι στα ηχεία.
Your time is gonna come
Your time is gonna come
Η ταμπέλα του Rusty έσβησε και ηπόλη της Ιόπης έμεινε σκοτεινή. Μια ακτίνα φωτός κινούταν εκτός πόλης με ένααγόρι να κοιμάται στη θέση του συνοδηγού. Μέχρι το ξημέρωμα θα είχε επιστρέψει στουςδικούς του.
May 30, 2025
Νέα Κυκλοφορία! Θολές Διαστάσεις από τις εκδόσεις Bookstagram!
Έχω τη χαρά να ανακοινώσω την επίσημη κυκλοφορία μιας νέας έκδοσης την οποία έχω την τιμή να συνυπογράφω με τον συγγραφέα και καλό φίλο Βαγγέλη Ιωσηφίδη! 8 ιστορίες στοιχειώματος και εγένετο Θολές Διαστάσεις από τις εκδόσεις Bookstagram!

*****************Τιμή: 10 Ευρώ.Σελίδες: 148Σχεδιασμός Εξωφύλλου: Γιώργος ΑναγνωστόπουλοςΜακέτα Εξωφύλλου: Αγγελίνα ΠαπαδημητρίουΕπιμέλεια: Ευάγγελος ΙωσηφίδηςΣελιδοποίηση: Γιώτα Καλαμαρά
Grand Guignol: Το παρισινό θέατρο που δίδαξε τον τρόμο
Ο τρόμος έχει εκφραστεί με μεγάλο αριθμό τεχνικών σε ένα εύρος τεχνών. Θα ήταν αδύνατο να μη μελετήσω και να μην παρουσιάσω ένα μικρό αφιέρωμα στο θέατρο (αγαπημένη τέχνη την οποία έχω σπουδάσει) και συγκεκριμένα σε ένα θέατρο που έχει γίνει συνώνυμο της αγωνίας και του τρόμου.
Στους σκοτεινούς δρόμους του Παρισιού στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, ένα ιδιόμορφο θέατρο που είχε την έδρα του στην περιοχή Pigalle μάγευε το κοινό με ένα θέαμα που δεν έμοιαζε με κανένα άλλο. Το Grand Guignol, ήταν ένας μικρός χώρος που μπορούσε να φιλοξενήσει λιγότερα από 300 άτομα και κατάφερε να γίνει συνώνυμο με τον ωμό τρόμο και το ψυχολογικό μαρτύριο των θεατών. Την εποχή που ο κόσμος αγκάλιαζε την art nouveau και τον ρομαντισμό, το Grand Guignol απολάμβανε το αίμα, την τρέλα και τον φόβο.
Μια Σύντομη Ιστορία του Grand Guignol

Δημιουργώντας Τρόμο: Η Τέχνη του Σοκ και του Δέους.

Ένα από τα πιο διαβόητα εφέ του θεάτρου περιλάμβανε ρεαλιστικό σκίσιμο ματιών και κόψιμο λαιμού, που επιτυγχάνονταν μέσω προσεκτικά κρυμμένων σκηνικών,
τρικ και ρεαλιστικών ομοιωμάτων. Αυτά τα συγκλονιστικά γραφικά συνδυάζονταν με εξαιρετικές παραστάσεις που τόνιζαν το ωμό συναίσθημα, εντείνοντας το αίσθημα ανησυχίας.
Ο Max Maurey, έχοντας ειδικευτεί στην Επιστήμη του Φόβου, εφάρμοζε την πολιτική της «καρέκλας λιποθυμίας». Προσλάμβανε ανθρώπους ειδικά για να μεταφέρουν τα μέλη του κοινού που είχαν λιποθυμήσει από την ένταση των παραστάσεων. Αυτό έγινε μέρος της παράδοσης του θεάτρου - ένα έμβλημα τιμής που εδραίωσε τη φήμη του ως ο απόλυτος προορισμός τρόμου.
Το Grand Guignol απέδειξε ότι ο φόβος μπορούσε να είναι μια ισχυρή μορφή ψυχαγωγίας, εκμεταλλευόμενο τα πρωτόγονα ένστικτα και ταμπού. Τα έργα δεν ήταν γεμάτα μόνο αίμα. Συχνά αντιπαρέθεταν τον τρόμο με το χιούμορ. Μια βραδιά στο Γκραν Γκινιόλ περιελάμβανε αρκετά μονόπρακτα, εναλλάσσοντας θεματολογία μεταξύ τρόμου και κωμωδίας. Αυτός ο ρυθμός δημιούργησε ένα συναισθηματικό τρενάκι, ενισχύοντας τον φόβο κι αιφνιδιάζοντας το κοινό μετά από στιγμές ελαφρότητας.
Η Παρακμή
Καθώς προχωρούσε ο 20ός αιώνας, οι φρίκες της πραγματικής ζωής άρχισαν να επισκιάζουν τις φρίκες που γίνονταν επί σκηνής. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, το Ολοκαύτωμα και η έλευση του κινηματογράφου έφεραν πιο άμεσες και προσιτές μορφές τρόμου στο κοινό. Μέχρι τη δεκαετία του 1950, το κοινό είχε χάσει τη θέρμη για το κάποτε σοκαριστικό περιεχόμενο του Γκραν Γκινιόλ. Το θέατρο έκλεισε τις πόρτες του το 1962, αφήνοντας πίσω του μια κληρονομιά πρωτοποριακού τρόμου που επηρέασε τα πάντα, από ταινίες slasher μέχρι ψυχολογικά θρίλερ. Η διαρκής επίδραση του Γκραν Γκινιόλ Παρόλο που το Γκραν Γκινιόλ έχει κλείσει για δεκαετίες, η επιρροή του μπορεί ακόμα να γίνει αισθητή στον σύγχρονο τρόμο. Η ωμή βία των ταινιών slasher, το ψυχολογικό βάθος των θρίλερ, ακόμη και οι καθηλωτικές εμπειρίες στοιχειωμένων αξιοθέατων οφείλουν ένα ευχαριστώ σε αυτό το μικροσκοπικό παριζιάνικο θέατρο. Τόλμησε να εξερευνήσει τις πιο σκοτεινές γωνιές της ανθρώπινης ψυχής, αποδεικνύοντας ότι ο φόβος είναι μια μορφή τέχνης όσο και μια πρωτόγονη αντίδραση.
Το Γκραν Γκινιόλ δεν ήταν απλώς ένα θέατρο. Ήταν ένας καθρέφτης που αντανακλούσε τη γοητεία της κοινωνίας με το γκροτέσκο και το απαγορευμένο. Με αυτόν τον τρόπο, άλλαξε για πάντα τον τρόπο που αφηγούμαστε ιστορίες τρόμου.
Σταύρος Θάνος
Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στα αγγλικά στην πλατφόρμα του Medium και βρίσκεται εδώ.
February 25, 2025
Ο Τρόμος στις ταινίες του Άλφρεντ Χίτσκοκ

Όμως η ζημιά είχε γίνει! Το όνομα συνδέθηκε μέσα μου με αυτές τις ιστορίες και όταν στην εφηβεία άρχισα να ψάχνομαι με τις ταινίες, εννοείται έκατσα και είδα πολλές δικές του. Ακολουθεί λοιπόν ένα μικρό αφιέρωμα σε έναν άνθρωπο που με βοήθησε να γνωρίσω τον τρόμο!
Ο τρόμος έρχεται με καινοτομίεςΤο όνομα του Άλφρεντ Χίτσκοκ, του άρχοντα της αγωνίας, είναι συνώνυμο με τα θρίλερ και την ψυχολογική ένταση. Αλλά πέρα από το σασπένς, ο Χίτσκοκ συνέβαλε σημαντικά στην εξέλιξη του σινεμά στο είδος του τρόμου. Συνδυάζοντας το υπερφυσικό, το ψυχολογικό και την καθημερινή ζωή, άνοιξε ένα καινούριο μονοπάτι που εξακολουθεί να επηρεάζει τους σύγχρονους κινηματογραφιστές. Ας δούμε λοιπόν τις καινοτομίες που έφερε ο Χίτσκοκ στο είδος του τρόμου, αναδιαμορφώνοντας το DNA του για πάντα.
Η Ψυχολογική Φρίκη, μεγαλύτερη από τον τρόμο που προκαλούν τα τέρατα
Σε μια εποχή που οι ταινίες τρόμου βασίζονταν συχνά σε υπερφυσικά πλάσματα όπως οι βρικόλακες ή οι λυκάνθρωποι, ο Χίτσκοκ άλλαξε την εστίαση από τα εξωτερικά τέρατα στους εσωτερικούς φόβους του ανθρώπινου μυαλού. Ήξερε ότι το πιο τρομακτικό πράγμα δεν είναι αυτό που κρύβεται στις σκιές, αλλά αυτό που υπάρχει μέσα στο κεφάλι μας. Σε ταινίες όπως το Psycho (1960), ο Χίτσκοκ σύστησε στο κοινό τον Νόρμαν Μπέιτς — έναν φαινομενικά ακίνδυνο άνθρωπο του οποίου η ψυχολογική αστάθεια τον κάνει πολύ πιο τρομακτικό από οποιοδήποτε φάντασμα ή δαίμονα. Η καινοτομία του Psycho βρισκόταν στην απερίφραστη απεικόνιση της ανθρώπινης τρέλας, παρουσιάζοντας την ιδέα ότι ο αληθινός τρόμος θα μπορούσε να προέλθει από οποιονδήποτε, ακόμα και από έναν απλό ιδιοκτήτη μοτέλ.
Το ψυχολογικό βάθος του Χίτσκοκ ώθησε το είδος του τρόμου σε πιο εσωστρεφείς αφηγήσεις, εμπνέοντας μεταγενέστερα έργα όπως το Η σιωπή των αμνών (The Silence of the Lambs) ή το American Psycho, όπου το ανθρώπινο μυαλό έγινε το πραγματικό πεδίο μάχης του φόβου.
Η Ανατροπή των Προσδοκιών
Ο Χίτσκοκ αγαπούσε να παίζει με τις προσδοκίες του κοινού του. Στο Psycho, σόκαρε τους θεατές σκοτώνοντας τον κύριο χαρακτήρα, Marion Crane, νωρίς στην ταινία - μια άμεση αντίφαση με την τυπική αφηγηματική δομή της εποχής. Αυτή η ανατροπή της πλοκής δεν αφορούσε μόνο την αξία του σοκ. Εισήγαγε ένα στοιχείο απρόβλεπτου που θα αγκάλιαζαν οι μετέπειτα οι ταινίες τρόμου. Το κοινό δεν μπορούσε πλέον να εμπιστευτεί τους συμβατικούς κανόνες της αφήγησης, που ενίσχυαν το αίσθημα ανησυχίας του.
Στα Πουλιά (The Birds - 1963), ένα άλλο κλασικό έργο του, ο Χίτσκοκ ανέτρεψε τις προσδοκίες, αφού δεν παρείχε κανένα σαφή λόγο για τις επιθέσεις των πτηνών. Αυτή η έλλειψη εξήγησης ήταν επαναστατική σε μια εποχή που οι περισσότερες ταινίες τρόμου προσπαθούσαν να εξορθολογίσουν τα τέρατα τους. Αφήνοντας τη φρίκη ανεξήγητη, ο Χίτσκοκ έδειξε ότι μερικές φορές, το άγνωστο είναι πιο τρομακτικό από οποιαδήποτε εξήγηση. Αυτό επηρέασε μεταγενέστερες ταινίες όπως το (πολύ αγαπημένο μου) The Blair Witch Project και το It Follows, όπου η ασάφεια και η αβεβαιότητα ενισχύουν τον τρόμο. Είναι κάτι που και αρκετοί συγγραφείς αργότερα έβαλαν σαν στοιχείο στη γραφή τους.
Οπτική αφήγηση και κινηματογραφική καινοτομία
Ο Χίτσκοκ ήταν πρωτοπόρος στη χρήση τεχνικών οπτικής αφήγησης για τη δημιουργία σασπένς και τρόμου. Πάρτε, για παράδειγμα, τη διαβόητη σκηνή ντους στο Psycho. Αυτή η εμβληματική στιγμή είναι ένα masterclass στη δουλειά του μοντάζ και της κάμερας. Με 78 ρυθμίσεις κάμερας και 52 κοψίματα σε μόλις 45 δευτερόλεπτα, ο Χίτσκοκ χρησιμοποίησε το γρήγορο μοντάζ για να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση της βίας χωρίς στην πραγματικότητα να δείχνει το δέρμα που τρυπούσε το μαχαίρι (αν αναρωτιέστε ναι δεν το είδαμε ποτέ. Και ξέρετε πού αλλού έχει γίνει αυτό; Στο κορεάτικο The boy για τους μυημένους!) Αυτή η τεχνική —που υποδηλώνει τρόμο αντί να τον απεικονίζει ρητά— ήταν μια καινοτομία που επηρέασε γενιές κινηματογραφιστών.
Επιπλέον, η χρήση της ηδονοβλεψίας του, σε ταινίες όπως το Rear Window (1954) μετέτρεψε το κοινό σε συνένοχους παρατηρητές. Ο Χίτσκοκ χρησιμοποίησε τις προοπτικές της κάμερας για να κάνει τους θεατές να αισθάνονται σαν να κοιτάζουν τις ζωές των χαρακτήρων, αναγκάζοντάς τους να αντιμετωπίσουν τις δικές τους πιο σκοτεινές παρορμήσεις. Αυτό το μετα-επίπεδο τρόμου, όπου το ίδιο το κοινό γίνεται μέρος της έντασης, θα ενέπνευσε αργότερα ταινίες όπως το Halloween (1978) και το Peeping Tom (1960).
Το σασπένς ως τρόμος
Ο Χίτσκοκ φέρεται να είπε χαρακτηριστικά: «Δεν υπάρχει τρόμος στο μπαμ, μόνο στην αναμονή του». Κατάλαβε ότι το να χτίζεις σασπένς, αντί να βασίζεται σε φτηνά jump scares, είναι αυτό που πραγματικά αναστατώνει το κοινό. Στις ταινίες του, η ένταση αυξάνεται αργά, κάνοντας την τελική απελευθέρωση αυτής της έντασης ακόμη πιο επιδραστική. Αυτό φάνηκε ιδιαίτερα ξεκάθαρο στα Πουλιά (The Birds), όπου ο τρόμος εκτυλίσσεται σε μεγάλες, άβολες σιωπές, με την απειλή της επίθεσης να είναι πάντα διαφαινόμενη, αλλά ποτέ να μην υλοποιείται καθόλου όταν αναμενόταν.
Η επωνυμία του «σασπένς τρόμου» άνοιξε το δρόμο για ταινίες όπως το Jaws και το A Quiet Place, όπου οι πιο τρομακτικές στιγμές δεν προέρχονται από τη δράση, αλλά από την αναμονή του τρόμου που ο θεατής περιμένει να χτυπήσει.
Συγχωνεύοντας τον τρόμο με την καθημερινότητα
Μία από τις μεγαλύτερες συνεισφορές του Χίτσκοκ στον τρόμο ήταν η ικανότητά του να συγχωνεύει την καθημερινότητα με το τρομακτικό. Οι ταινίες του έδειξαν ότι ο τρόμος θα μπορούσε να υπάρχει σε καθημερινά περιβάλλοντα, είτε πρόκειται για ένα ήσυχο μοτέλ στο Psycho είτε για μια συνηθισμένη παραθαλάσσια πόλη στο The Birds. Φέρνοντας τις ιστορίες του σε ένα οικείο περιβάλλον για τους θεατές, ο Χίτσκοκ τις έκανε ακόμα πιο τρομακτικές. Αν ο τρόμος μπορούσε να συμβεί σε αυτά τα φαινομενικά φυσιολογικά μέρη, θα μπορούσε να συμβεί οπουδήποτε και σε οποιονδήποτε.
Αυτή η μίξη της καθημερινής ζωής και του τρόμου επηρέασε το μέλλον του είδους, εμπνέοντας ταινίες όπως το Get Out, όπου καθημερινές τοποθεσίες και καταστάσεις κρύβουν απαίσια μυστικά ή το Heritary, όπου ο τρόμος προέρχεται από μια οικογενειακή τραγωδία και όχι από μια στοιχειωμένη έπαυλη.
Η κληρονομιά του Χίτσκοκ
Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ δεν έκανε απλώς ταινίες τρόμου - έφερε επανάσταση στο είδος. Οι καινοτομίες του στον ψυχολογικό τρόμο, το σασπένς, την οπτική αφήγηση και την ανατροπή των προσδοκιών του κοινού έχουν αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα του στον κινηματογράφο. Ο σύγχρονος τρόμος οφείλει ένα μεγάλο ευχαριστώ στο έργο του και η επιρροή του, η οποία μπορεί ακόμα να γίνει αισθητή στο πώς οι κινηματογραφιστές δημιουργούν ένταση και αγωνία σήμερα.
Σε έναν κόσμο όπου ο τρόμος έχει εξελιχθεί σε πολλά υποείδη, από slasher ταινίες μέχρι παραφυσικά θρίλερ, τα σκηνοθετικά αποτυπώματα του Hitchcock βρίσκονται παντού. Το έργο του μας υπενθυμίζει ότι ο αληθινός τρόμος συχνά δεν βρίσκεται στο απίστευτο, αλλά στο ψυχολογικό, το απροσδόκητο και το ανεξήγητο - στα μέρη που λιγότερο περιμένουμε να τον βρούμε.
Προσωπικά, η πρώτη φορά που ένιωσα τρόμο αντί για αγωνία σε μια από τις ταινίες του ήταν όταν έβλεπα το The Birds. Έβαλα τον εαυτό μου στη θέση εκείνων των χαρακτήρων, σκέφτηκα τι θα έκανα αν μου είχε συμβεί αυτό και πραγματικά ένιωσα τρόμο! Φαντάζομαι όλοι όσοι αγαπάτε τον Χίτσκοκ, θα έχετε παρόμοιες ιστορίες να διηγήθείτε!
Σταύρος Θάνος
Το άρθρο αυτό πρωτοδημοσιεύτηκε από τον γράφοντα στο Medium, στην αγγλική γλώσσα. Για να το διαβάσετε στα αγγλικά πατήστε εδώ. Για να διαβάσετε όλα τα άρθρα στα αγγλικά πατήστε εδώ.
November 11, 2024
(Προ)εργασίες (Ποίημα)
October 16, 2024
Ο αληθινός μας εαυτός

- Λίγο ακόμα και φτάνουμε.
Οι δύο άντρες είχαν ανέβει ψηλά στο βουνό. Είχαν σηκωθεί αξημερωτα ακόμα και είχαν αφήσει πίσω τη βάση. Ο οδηγός είχε αρνηθεί να τους ακολουθήσει.
- Όχι σπηλιά, δεν πάω εκεί.
Ο χάρτης που είχε έρθει στα χέρια τους δεν άφηνε αμφιβολίες. Το αρχαίο κάτοπτρο ήταν εκεί. Ο μύθος μιλούσε για έναν καθρέφτη που σε έφερνε αντιμέτωπο με τον αληθινό σου εαυτό. Θεοί, ημίθεοι και θνητοί είχαν κριθεί μπροστά σε εκείνον.
Οι άντρες είχαν συμφωνήσει πως δεν θα κοιτάξουν. Ο στόχος ήταν να τον πάρουν. Αρχικά σκέφτονταν να τον πουλήσουν, αλλά τα χρήματα θα ήταν λίγα σε σχέση με το να τον εκμεταλλεύονται συνεχώς. Θα έπαιρναν χρήματα από όλους όσους ήθελαν να δουν τον αληθινό τους εαυτό. Και ήταν πολλοί αυτοί.
Η σπηλιά εμφανίστηκε στο βάθος. Τώρα το βήμα είχε γίνει γοργό. Είχαν αγωνία να δουν από κοντά ένα αντικείμενο που ήταν μύθος.
Οι ντόπιοι δεν πήγαιναν ποτέ εκεί. Το είχαν μάθει από τους προγόνους τους. Δεν ήθελαν να ξυπνήσουν το θηρίο.
- Λες να υπάρχει όντως κάποιο θηρίο εκεί μέσα;
- Εννοείς κάποια αρκούδα;
- Αυτό είναι το καλό σενάριο.
Προχώρησαν στην είσοδο. Έριξαν το φως του φακού μέσα. Η σπηλιά δεν ήταν μεγάλη. Στο βάθος κάτι γυάλιζε.
- Λες να είναι αυτό εκεί;
Μπήκαν μέσα. Το κάτοπτρο ήταν εκεί. Έμοιαζε με ασπίδα ξαπλωμένη με την πλευρά του κατόπτρου να κοιτάζει προς τα πάνω. Βρισκόταν πάνω σε μια βάση. Οι άντρες ήταν χαρούμενοι. Έβγαλαν ένα πανί να καλύψουν το κάτοπτρο. Δεν έπρεπε να δουν μέσα. Έπιασαν τις άκρες και το σήκωσαν.
Μουρμουρητά και φωνές ακούστηκαν μέσα απ' το κάτοπτρο.
- Μην δίνεις σημασία, πάμε να φύγουμε.
Οι φωνές δυνάμωναν. Οι άντρες έβγαλαν το καλυμμένο κάτοπτρο από τη σπηλιά. Το άφησαν σε μιαν άκρη για να μπορέσουν να το δέσουν σωστά.
- Είμαστε πλούσιοι!
Δεν πρόλαβαν να χαρούν. Το κάλυμμα σηκώθηκε. Ένα χέρι εμφανίστηκε μέσα από το κάτοπτρο.
- Τι.. τι είναι αυτό;
- Μην δίνεις σημασία. Είναι όλα κόλπα για να μην το πάρουμε.
Ο άντρας πλησίασε και το χέρι τον έπιασε. Το κάλυμμα έφυγε και το κάτοπτρο αποκαλύφθηκε. Το χέρι άρχισε να τραβάει το χέρι προς τα μέσα. Ο άντρας ούρλιαζε. Ο φίλος του προσπάθησε να τον κρατήσει από την άλλη μεριά. Ένα άλλο χέρι βγήκε κι έπιασε κι εκείνον.
Λίγο πριν τον τραβήξει μέσα κοίταξε το κάτοπτρο. Είδε τον άντρα που τον τραβούσε.
- Δικό μου, όλα δικά μου .... Φώναζε μέσα από το κάτοπτρο. Δεν ήταν άγνωστος. Ήταν ο ίδιος του ο εαυτός. Και ήταν αχόρταγος όπως εκείνος. Τώρα ήξερε . Ήξερε την αλήθεια. Έβλεπε την κόλαση. Έβλεπε πως ήταν στα αλήθεια. Τρόμαξε και άρχισε να ουρλιάζει.
Τα χέρια βγήκαν πάλι από το κάτοπτρο. Δύο από τη μια μέρα και δύο από την άλλη. Σαν πόδια από αράχνη σήκωσαν το κάτοπτρο και άρχισαν να περπατάνε προς τη σπηλιά.
Το θηρίο γύρισε πίσω στη φωλιά του.
March 18, 2024
Το πρόσωπο της μάσκας
Το καρναβάλι είχε τελειώσει.Κόσμος ακόμα στους δρόμους, όμως σε λίγο ξημέρωνε και σιγά σιγά επέστρεφαν όλοιγια ύπνο. Ο αρχικός ενθουσιασμός είχε ξεφτίσει. Όλοι ήταν κουρασμένοι. Οι τελευταίοικαρναβαλιστές περπατούσαν χωρίς σκοπό, ενώ οι οδοκαθαριστές είχαν πιάσει ήδηδουλειά. Μια κοπέλα τον προσπέρασε. Του χαμογέλασε.
«Θες να βγάλεις τη μάσκα και ναέρθεις σπίτι μου;»

Ο άντρας συνέχισε τον δρόμο του.Βάδιζε αργά προς το σπίτι. Ολόκληρη ημέρα και όλοκληρη νύχτα ήταν εκεί ανάμεσαστον κόσμο. Περνούσε δίπλα τους και εκείνοι έπεφταν συνεχώς πάνω του. Μέσα στονχαμό ήταν δύσκολο να καταλάβεις ποιος έσπρωχνε ποιον. Και αυτό ήταν ιδανικό. Έζησε τον σφυγμό, την τρέλα, τους ξέφρενους ρυθμούςενός ποταμιού ανθρώπων που έρεε κατά μήκος των δρόμων της πόλης. Κι εκείνος αναμεσάτους πίσω από την μάσκα.
Σαν τις παλιές μέρες. Σκέφτηκε.
Έφτασε σπίτι και κοιτάχτηκε μιατελευταία φορά στον καθρέφτη πριν βγάλει τη μάσκα. Στάθηκε για λίγα λεπτά αμίλητος.Μόνο μια κοφτή ανάσα, σχεδόν σαν βαθύ γουργούρισμα έβγαινε από τα ρουθούνια τηςμάσκας. Έιχε φτάσει η ώρα. Θα γυρνούσε σε εκείνη τη ζωή χωρίς πρόσωπο και πάλι.Θα γυρνούσε στον κόσμο του, μακριά από τους ανθρώπους.
Άνοιξε την πόρτα του υπογείου.Βουητό από έντομα ακούστηκε ενώ ο βόμβος δυνάμωνε. Η συμφωνία που είχε κάνειπριν χρόνια ήταν ξεκάθαρη. Μπορούσε να κλέψει αρκετή ζωή ώστε να μείνει ορατόςγια μία μόνο μέρα. Θα ξέκλεβε λίγο χρόνο από όλους, μα όχι πολύ. Αν έκανε τολάθος να δείξει ποιος ήταν, οι Κριτές θα τον τιμωρούσαν. Η μάσκα έκρυβε τηνπραγματική του ταυτότητα. Μια Σκιά ενός κόσμου που είχε καταστραφεί. Έναςπρόσφυγας που ζούσε λαθραία σε έναν κόσμο απαγορευμένο για τον ίδιο. Είχεσκεφτεί πολλές φορές να εγκαταλείψει μα δεν το έκανε. Ίσως είχαν λόγο και οιΚριτές που τον κρατούσαν.
Πλάσματα σαν εσένα πρέπει ναμένουν εκεί που ανήκουν. Μακριά από τη ζωή. Μην το ξεχνάς ποτέ αυτό.
Και είχαν δίκιο. Αν έμενε έξωπαραπάνω, θα έφερνε μαζί του τον κόσμο του. Ή έστω ό,τι είχε μείνει από εκείνοντον κόσμο. Ό,τι ήταν μέσα του. Είχε πάρει χρόνο ζωής. Λίγο από τον καθένα. Έτσιήταν πιο εύκολο. Είχε καταφέρει να τον δουν. Είχε καταφέρει να υπάρξει.Αναρωτήθηκε αν κάποιος από τους υπόλοιπους του είδους του είχε καταφέρει ναγλιτώσει. Αν ήταν με κάποια συμφωνία σε κάποιο άλλο μέρος εκείνου του κόσμου.Αν κάποιους από τους άλλους είχε καταφέρει να υπάρξει για λίγο μια μέρα σαν τηνημέρα που μόλις είχε περάσει. Θυμήθηκε τους άλλους. Αυτό τον ξάφνιασε. Ίσωςτελικά είχε κλέψει λίγο παραπάνω από όσο του αναλογούσε. Δεν ήταν εύκολο νααντισταθεί μρποστά σε τέτοιο φαγοπότι. Τόσες ζωές μπροστά του διαθέσιμες. Τόσηζωή που αν τον άφηναν θα ρουφούσε μέχρι να μην μπορεί άλλο. Είχε δυναμώσει πολύ. Μέχρι που στιγμιαίαθυμήθηκε και το όνομά του. Δεν ηχούσε καλά στη γλώσσα του, μα ήξερε πωςακουγόταν στα αυτιά των ανθρώπων. Όλεθρος.
«Του χρόνου πάλι», ψιθύρισε, πρινχαθεί στα σκοτάδια.
January 12, 2024
Συμμετοχή στην παρουσίαση της ποιητικής συλλογής ''Συντηρητής Ουράνιων Τόξων'', του Δημήτρη Μιχελουδάκη.
Με χαρά δέχτηκα την πρόσκληση του ποιητή και σκιτσογράφου Δημήτρη Μιχελουδάκη και θα συμμετέχω στην παρουσίαση της ποιητικής του συλλογής με τίτλο ''Συντηρητής Ουράνιων Τόξων''. Η παρουσίαση θα γίνει το Σάββατο 27 Ιανουαρίου στις 19:00 στο καφέ - βιβλιοπωλείο Ιδιώνυμο στον Κορυδαλλό (Κοραή 11Α). Σας περιμένουμε όλους εκεί!

March 17, 2023
Βιβλιοκριτική: ''Η μυστική ζωή των συγγραφέων'' του Guillaume Musso

My rating: 5 of 5 stars
Απρόσμενα απολαυστικό! Το διάβασα σε δύο μέρες και δεν φημίζομαι για τη γρήγορη ανάγνωση μου. Όλη η ιδέα ήταν όμορφα δεμένη και ήθελες να συνεχίσεις να γυρίζεις τις σελίδες για να δεις παρακάτω. Το τέλος απρόσμενο. Μου άρεσε ο τρόπος που σου άνοιγε εκείνον τον τέταρτο τοίχο που λένε στο θέατρο και σε έβαζε στην ιστορία σε διάφορα σημεία. Δεν είχα διαβάσει τίποτα στο παρελθόν από τον συγκεκριμένο συγγραφέα, αλλά σίγουρα θα δώσω μια ευκαιρία και στα άλλα του έργα.
View all my reviews