Η μεγάλη χίμαιρα Quotes

Rate this book
Clear rating
Η μεγάλη χίμαιρα Η μεγάλη χίμαιρα by M. Karagatsis
5,786 ratings, 4.35 average rating, 381 reviews
Η μεγάλη χίμαιρα Quotes Showing 1-15 of 15
“Ο γδούπος του κύματος, που ' σπαζε σε ισόχρονα διαστήματα κάτω απ' το παράθυρο, μετρούσε το ρυθμό των συνουσιών τους. Οι ηχηρές ριπές του μελτεμιού μπλέχτηκαν με τα βογγητά των στέρνων τους. Κι ο μεγάλος φλοίσβος της αναταραγμένης θάλασσας συνόδεψε το λυγμό του υπέρτατου κορυφώματος με το βοερό αχό του που γέμιζε τα πάντα, ως τα ουράνια.”
Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη χίμαιρα
“Έτσι είναι οι ζωντανοί. Έχουν το βάσανο της μνήμης.”
Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη χίμαιρα
“Μα είμαι άνθρωπος. Συνδυάζω την κορυφαία χυδαιότητα με την κορυφαία νοημοσύνη.”
Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη χίμαιρα
“Όχι, ούτε μ’ αγάπησε, ούτε τον αγάπησα. Οι σατανάδες φώλιασαν στα σωθικά μας και μηχανεύτηκαν να τα σμίξουν σε ηδονή θανατερή. Έλιωσαν από επιθυμία τα κορμιά μας, φλογίστηκαν από εγωισμό οι ψυχές μας, σπάραξαν από γλύκα οι σάρκες μας κι έσπειραν το Χάρο παντού, παντού, παντού… Όχι, δεν τον αγάπησα. Μονάχα ορέχτηκα να εξουσιάσω το κρέας και την ψυχή του.”
Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη χίμαιρα
“Την άρπαξε από τον ώμο, την έσπρωξε στην άλλη άκρη της κουζίνας, έκλεισε την πόρτα και στάθηκε. Εκείνη κρατήθηκε από το τραπέζι να μην πέσει, τόσο δυνατά την είχε σπρώξει. Δεν μίλησε. Δέχτηκε την βρισιά ατάραχη. Και πάλι στεκόταν ντούρα, προκλητική, περιμένοντας. Μ’ ένα πήδημα χίμηξε απάνω της κι άρχισε να την χτυπάει στο κεφάλι, στο πρόσωπο, στο στήθος, στη ράχη. Το μίσος έδωσε δύναμη υπεράνθρωπη στα χέρια του. Χτυπούσε, χτυπούσε, χτυπούσε. Τα χτυπήματα ηχούσαν υπόκωφα, μουγκά στο ηχείο του κορμιού της. Τα δεχόταν δίχως μια φωνή, χωρίς την παραμικρή αντίδραση. Είχε κλείσει τα μάτια, είχε μισοανοίξει τα χείλη. Στη μορφή της είχε χυθεί η ύπουλη εκείνη έκφραση, που κυμαίνεται ανάμεσα οδύνη και ηδονή. Ένα πιο δυνατό χτύπημα στο μηνίγγι τη ζάλισε. Λύγισαν τα πόδια της, έπεσε γονατιστή.
Μη με χτυπάς τόσο δυνατά, μουρμούρισε. Θα με σκοτώσεις και δεν κάνει. Δεν κάνει για σένα…
Σταμάτησε να την χτυπάει, την κοίταξε κι ανάσαινε βαριά. Τότε εκείνη, καθώς ήταν γονατιστή, του αγκάλιασε σφικτά τα γόνατα, ακούμπησε το κεφάλι της στα μεριά του και χαϊδεύτηκε σα γάτα.
Τώρα ξέρω πως μ’ αγαπάς, μουρμούρισε.”
Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη χίμαιρα
“Είναι το καλοκαίρι - τώρα που, ύστερ’ απ’ τους ανοιξιάτικους οργασμούς, μεστώνουν οι ορμές. Τα δόντια, καθώς δαγκώνουν τους καρπούς, λες και βουτάν σε χυμούς ανθρώπινου κορμιού. Οι επίμονοι ιδρώτες σκορπάν οσμές γονιμικά ερεθιστικές. Τα λεύτερα κορμιά προσφέρονται στο χάδι του ανέμου, του ήλιου, του ματιού. Προσκαλούν το άγγιγμα του χεριού που θα τα ταράξει. Γυρεύουν την πανίσχυρη συνουσία, που θα τα γλιτώσει από το γενετήσιο εφιάλτη. Είναι το καλοκαίρι.”
Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη χίμαιρα
“Παρέδωσε το κορμί της στο όργιο του χλιαρού ήλιου, της υπόψυχρης θάλασσας, του χρυσού άμμου, του κόκκινου βράχου, του βάναυσου μελτεμιού, της ολοκάθαρης ατμόσφαιρας με τις απροσμέτρητες προοπτικές, των χρωματικών αντιθέσεων με την αισθητικότατα λιτή κλίμακα, και των τονικών μεταπτώσεων της απαράμιλλης εσπέρας. Υπόταξε την ψυχή της στο μυστήριο της φεγγαρόλουστης νύχτας, των φωτεινών και των σκοτεινών επιφανειών. Αντίκρισε τα σμάρια των ανάερων παγανών να παιγνιδίζουν στην ασημόσκονη του αέρα. Μπλέχτηκε κι αυτή στα παιγνίδια τους, άκουσε τ' ασελγή γέλια τους να κακαρίζουν πλάι στο ευαίσθητο αυτί της, ένιωσε τα λαγνα τους δάχτυλα να περιφέρωνται σ' όλο το κορμί της και να το ερεθίζουν τυρρανικά.”
Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη χίμαιρα
“Ο Χάρος δεν είναι λυτρωμός μονάχα για κειόν που πεθαίνει· είναι και για κειόν που λαχταρούσε για τη ζωή εκειού που πέθανε.”
Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη χίμαιρα
“Παιδί μου, η δυστυχία σαν έρθει, έρχεται σιγά-σιγά· μα δεν σταματάει. Έρχεται ως το τέλος...”
Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη χίμαιρα
“Ο ήλιος ξεπροβάλλοντας από το πέλαγο, μάτωσε τα σύννεφα του Σορόκου. Ταραγμένη βαθιά, η θάλασσα δεν ήθελε να φωτιστεί. Τα οργισμένα σπλάχνα της είχαν ρουφήξει το σκοτάδι της νύχτας και το κρατούσαν πεισματικά.”
Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη χίμαιρα
“Ήπιε τρία, τέσσερα ούζα απανωτά. Δεν ήταν συνηθισμένος, ζαλίστηκε. Η λιγούρα του έδωσε τη φρεναπάτη πώς ήταν το ασάλευτο κέντρο ενός κόσμου που λικνοζόταν. Ο θόρυβος απ' τα ζάρια, απ' τα πούλια πήρε αναγλυφικότητατρομακτική. οι ομιλίες των πελατών κυλούσαν με τον κυματιστό βρόντο των κεραυνών...”
Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη χίμαιρα
“Έχω δεθεί με τα λιθάρια, με το χώμα, με το βούρκο τούτης της γης. Είμαι ένα κτήνος, που παλεύει να χορτάσει τις φυσιολογικές του ανάγκες: τροφή, συνουσία, ματαιοδοξία...”
Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη χίμαιρα
“Θα αντικρίσεις τ' αερικά, τα τελώνια κι όλα τα τρισχαριτωμένα δαιμονικά που κάρπισαν στα σπλάχνα της ελληνικής γης, τα γονιμοποιημένα από το σπόρο της φαντασίας των λαών της. Και δεν θα τρομάξεις, δεν θα φοβηθείς, δεν θα νιώσεις το δέος που γεννάει το υπερφυσικό στην ψυχή του ανθρώπου. Γιατί τούτο το υπερφυσικό δεν βγήκε από ζοφερές φαντασιώσεις, για να γιομίσει με σκοτειδερά παραλάματα κάποιον άφωτο κόσμο. Μα αναπήδησε από εγκεφάλους χαρούμενους κι ολόδροσες ψυχές, για να σκορπίσει την υπεράνθρωπη χάρη του σε μια γη τρισχαριτωμένη, σε μια θάλασσα ολοζώντανη, σε έναν αέρα παλλόμενο από διαφάνεια και σ' έναν ουρανό που την ημέρα γλεντάει ξετσίπωτα τη χλιάδα του ζωοδότη ήλιου. Που τη νύχτα κατεβάζει τα μύρια αστέρια ως τα δάχτυλα των ανεγερμένων σου χεριών.”
Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη χίμαιρα
“Κι έξαφνα ένιωσε πως η ψυχή, ξεχειλώντας απ' το στέρνο της, σκορπίστηκε στο σύμπαν, περιπλέχτηκε με τη θάλασσα, απλώθηκε ως τους μυχούς τ' ουρανού, έσμοξε με το παν και κοινώνησε με το πνεύμα που πλανιόταν πάνω στο νερό, πριν την Δημιουργία. Το πνεύμα που δεν είχε γίνει ακόμα θεός.”
Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη χίμαιρα
“Αγαπηθήκαμε μέσα στο φως της αστραπής που γέννησε το σμίξιμο των κορμιών μας. Κι ήταν η χαρά μας τόσο άγρια και πρωτόγονη, που μονάχα το μουγγό κι έξαλλο τραγούδι της αγάπης βρήκαμε καιρό να μιλήσουμε.”
Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη χίμαιρα