Nicholas Foster's Blog

April 25, 2025

Ghost Story Books for Adults

'Collected Ghost Stories' now contains in one ebook all the 23 linked ghost stories I have published previously on Smashwords and Draft2Digital. You can download the ebook for free from Smashwords, Apple, Fable, Barnes & Noble and others.

https://www.smashwords.com/books/view...

There's also a paperback version of the first 16 ghost stories - 'The Consul from Tunis and other ghost stories', available from Amazon, ebay and elsewhere.

https://www.amazon.co.uk/dp/B0CJ48ZD36

These ghost stories are more thoughtful than violent. They mix crime and history and the uncanny, and are told by eight different narrators, all old friends but with a wide range of backgrounds, from journalists and judges to clergymen and career criminals.

As one reviewer has said, these stories are "subtly disturbing tales, that will appeal to those who prefer their supernatural to be gore-free but suffused with discomfit and anxiety of the most sophisticated sort...They always feels authentically experienced rather than merely ‘well-researched’... The tales are structured as Chinese box narratives that disorient the reader just enough to leave you unprepared for the jolting manifestation of the uncanny: this is story-telling as conjuring, in both the obvious senses of the word."

The stories draw on places round the world where I've lived and worked. But all the characters are fictitious, even the ghosts. Any resemblance to actual persons, living or dead, is purely coincidental.

To find out more, watch the informative and entertaining review of 'The Consul from Tunis and other ghost stories' on the excellent 'For Whom the Book Tolls' podcast. It's a good introduction to these unusual ghost stories and is well worth watching in its own right.

https://writeoutloudblog.com/2024/12/...
1 like ·   •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on April 25, 2025 12:31

February 21, 2025

The Year of the False Messiah

'The Year of the False Messiah', containing the final three linked stories from the 'Collected Ghost Stories' series, is now available again as a separate 20,000 word ebook. It's available for free download from Barnes & Noble, Smashwords and elsewhere:

https://www.smashwords.com/books/view...

All three stories are set in the past but all three (in particular 'Miss Truemamm') are ghost stories for the modern day.
1 like ·   •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on February 21, 2025 07:02

December 1, 2024

New podcast on 'The Consul from Tunis'

The excellent and enjoyable 'For Whom The Book Tolls' podcast has just discussed 'The Consul from Tunis and other ghost stories', drawing parallels with Roald Dahl, Isaac Asimov and James Joyce. You can listen to it on the link below.

https://writeoutloudblog.com/2024/12/...
 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on December 01, 2024 13:42

October 26, 2024

Four New Ghost Stories

'Four New Ghost Stories' is just published as a free ebook (ISBN 9798227086310).

Ghost stories more thoughtful than violent but where the past can meet the present in a short, sharp shock. Ghost stories for historians and ghost stories for the curious. These four stories ('Raising a Ghost', 'The Menagerie', 'The Yorkshire Painter' and 'Acts of Kindness') are a blend of history and crime where the emphasis is always on the characters and the lives they lead. They are stories as puzzles and stories with an after-life.

https://www.smashwords.com/books/view...
 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on October 26, 2024 09:01

August 1, 2024

Hunting 'The Consul from Tunis'

For those who prefer to hold a real book in their hands before deciding whether to buy it, your best chance of finding 'The Consul from Tunis and other ghost stories' is at the excellent G.David bookshop in St Edward's Passage, Cambridge, England.

Hidden in a passageway across the road from the entrance to King's College, David's bookshop is one of the best in England, with a wide range of second-hand, antiquarian and reduced price new books. David's is one of the last great second-hand bookshops. Visit them, buy a few books and help keep the second-hand bookselling tradition alive!
 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on August 01, 2024 13:08

June 5, 2024

Stanley Spencer Στάνλεϊ Σπένσερ 'Αυτά τα βουνά μού δίνουν αιώνια χαρά'

Another short piece I wrote for 'Kathimerini' in 2014, this time about the artist Stanley Spencer and the influence of his war service in Macedonia.

'Αυτά τα βουνά μού δίνουν αιώνια χαρά'

Στο μέτωπο της Θεσσαλονίκης, στη διάρκεια του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, βρέθηκε ο Στάνλεϊ Σπένσερ, Αγγλος ζωγράφος γνωστός για πίνακες που αναπαριστούν βιβλικές και πολεμικές σκηνές. Τα έργα του, που φωτίζουν την καθημερινή ζωή των στρατιωτών στη Μακεδονία στις αρχές της δεύτερης δεκαετίας του 20ού αιώνα, κατείχαν θέση κεντρική σε έκθεση ζωγραφικής στο Λονδίνο και τώρα στο Σάσεξ.

Ο Σπένσερ, ένας από τους πιο ιδιόρρυθμους Αγγλους ζωγράφους του περασμένου αιώνα, δίνει στην καθημερινή στρατιωτική ρουτίνα τη λάμψη και τη σεμνότητα μιας τέχνης θρησκευτικής. Οι πίνακές του ανήκουν σε μια σειρά που φιλοτέχνησε για το Παρεκκλήσι του Σάνταμ (Sandham) στο αγγλικό χωριό του Μπέρκλερ (Burghclere), έναν ιδιωτικό ναΐσκο εγερθέντα στη μνήμη Αγγλου αξιωματικού, που πέθανε από ελονοσία – μάστιγα τα χρόνια εκείνα στη Μακεδονία. Η ανάθεση αυτή επέτρεψε στον Σπένσερ να αποδώσει στους πίνακές του τα δικά του οράματα από τις εμπειρίες του στην ίδια περιοχή.

Για τον Σπένσερ, όπως για πολλούς άλλους την εποχή εκείνη, η μετάβαση στο μέτωπο ήταν το πρώτο του ταξίδι στο εξωτερικό. Ενα από έντεκα παιδιά πολύτεκνης οικογένειας, ο Σπένσερ μεγάλωσε σε ένα ήσυχο χωριό στο Μπέρκσαϊρ (Berkshire). Ο πατέρας του έπαιζε αρμόνιο, ενώ η θρησκεία διαδραμάτιζε μεγάλο ρόλο στη ζωή της οικογένειάς του. Οταν ξεκίνησε τις σπουδές του στην περίφημη Σχολή Τεχνών του Σλέιντ (Slade), στο Λονδίνο, μιλούσε τόσο πολύ για το αγαπημένο χωριό Κούκαμ (Cookham) που οι άλλοι φοιτητές τού έδωσαν αυτό ακριβώς το παρατσούκλι: «Κούκαμ».

Με την κήρυξη του πολέμου προσφέρθηκε εθελοντικώς να γίνει νοσοκόμος και τον Ιούλιο του 1915 άρχισε να εργάζεται σε ένα στρατιωτικό νοσοκομείο στο Μπρίστολ, στην Αγγλία. Οι πρώτες εμπειρίες του εκεί αποτυπώθηκαν αργότερα στους τοίχους του Παρεκκλησίου του Σάνταμ. Στο νοσοκομείο ο Σπένσερ άρχισε να διαμορφώνει τις αντιλήψεις του για την αγιότητα των μικρών ασχολιών της καθημερινής στρατιωτικής ζωής. Αφού διάβασε «Την ομολογία» του Αγίου Αυγουστίνου, έγραψε: «Δοξάζουμε τον Θεό όταν κάνουμε αυτές τις μικρές δουλειές».

Τον Αύγουστο του 1916 μετατέθηκε στο μέτωπο της Θεσσαλονίκης όπου τοποθετήθηκε σ’ ένα στρατόπεδο κοντά στο Πολύκαστρο (τότε Karasuli). Φαίνεται ότι εκεί ο Σπένσερ ανακάλυψε μια πνευματική αρμονία στα καθημερινά καθήκοντά του. Περιγράφει με στοργή τη φροντίδα του για τα μουλάρια που μετέφεραν τα φορεία. Την άνοιξη του 1917 ο Σπένσερ μετατέθηκε στην Καλίνοβα (Kalinova), όπου περιέγραψε την ομορφιά των μακεδονικών βουνών. «Αυτά τα βουνά μού δίνουν αιώνια χαρά. Η θητεία μου δεν είναι μια περίοδος εκφυλισμού. Είμαι στη φωτιά ενός διυλιστήριου». Και να φαντασθεί κανείς ότι η μόνη ευκαιρία που είχε να ασκήσει την τέχνη του ήταν όταν ζωγράφιζε ταμπέλες που οδηγούσαν στις τουαλέτες του στρατοπέδου.

Το φθινόπωρο του 1917 αποφάσισε χωρίς καμιά εξήγηση να εγκαταλείψει την ειδικότητα του νοσοκόμου και να γίνει μάχιμος οπλίτης στο σύνταγμα του Μπέρκσαϊρ. Μετά τη στρατιωτική εκπαίδευση τοποθετήθηκε, τον Φεβρουάριο του 1918, στην πρώτη γραμμή κοντά στην Καλίνοβα. Για ακόμη μία φορά ο Σπένσερ έγραψε ότι ήταν πανευτυχής. «Μου αρέσει η άσπλαχνη αγριότητα αυτού του τοπίου». Στη γραμμή των πρόσω έλαβε ένα δέμα από την οικογένεια στην Αγγλία με μπογιές. Μια μικρή ακουαρέλα υάκινθου είναι η μόνη που έχουμε από την εκεί θητεία του.

Στο μέτωπο, ο Σπένσερ έλαβε μιαν απρόσμενη επιστολή από το αγγλικό υπουργείο Πληροφοριών μέσω της οποίας του ανακοινωνόταν ότι του προσέφεραν τη θέση του πολεμικού ζωγράφου (War Artist). Η χαρά του ήταν πολύ μεγάλη, αλλά οι αξιωματικοί του αποφάσισαν ότι θα έπρεπε να παραμείνει ως απλός οπλίτης στην πρώτη γραμμή. Η αλήθεια είναι ότι στο μέτωπο ο Σπένσερ επέδειξε θάρρος· βοήθησε έναν τραυματισμένο αξιωματικό να επιστρέψει στη μονάδα του, και έκπληκτος τον άκουσε να λέει σε συνάδελφό του: «Ο Σπένσερ δεν είναι ηλίθιος, όπως όλοι λένε, είναι παλικάρι».

Ο πόλεμος τελείωσε για τον Σπένσερ, όταν μπήκε στο νοσοκομείο διότι είχε προσβληθεί από ελώδη πυρετό. Στα τέλη του 1918 επέστρεψε στο αγαπημένο του χωριό, το Κούκαμ. Τα έργα του στο Παρεκκλήσι του Σάνταμ απαθανατίζουν την καθημερινή στρατιωτική ρουτίνα στη Μακεδονία, με ένα ιδιόρρυθμο θρησκευτικό ύφος. Σε έναν πίνακα, οι στρατιώτες ξεκουράζονται ενώ ο αξιωματικός τους μελετά ένα χάρτη της Μακεδονίας. Σε άλλους, οι πολίτες πίνουν νερό από μία πηγή και ανάβουν φωτιές με τις σελίδες αγγλόφωνης εφημερίδας της Θεσσαλονίκης, «Τα Βαλκανικά Νέα» (The Balkan News).

«Στη Μακεδονία», έγραψε ο Σπένσερ, «αισθάνθηκα ξαφνικά την έσχατη τελειότητα και λύτρωση… Ολα έγιναν τελειότερα». Και όταν ο Σπένσερ ζωγράφισε «Την Ανάσταση» στο Παρεκκλήσι του Σάνταμ, με τους νεκρούς στρατιώτες να εγείρονται από τους τάφους τους, το τοπίο δεν ήταν άλλο από την Καλίνοβα της Μακεδονίας.
 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on June 05, 2024 02:05

May 27, 2024

Ο Άγγλος ποιητής Bernard Spencer (Μπέναρντ Σπένσερ) 'Aegean Islands'

A short piece I wrote for the Greek newspaper 'Kathimerini' in 2015 about the English poet Bernard Spencer, a precise and thoughtful poet who deserves to be more widely read, particularly for his first collection 'Aegean Islands'..


Ενας φιλλέληνας στα δύσκολα χρόνια.

Ο Άγγλος ποιητής Bernard Spencer (Μπέναρντ Σπένσερ) είναι γνωστός σήμερα κυρίως για την συνεργασία του με τον συγγραφέα τον Lawrence Durrell (Λόρενς Ντούρρελ) στο Κάϊρο στην διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, όταν διατέλεσαν συντάκτες του περιοδικού ‘Personal Landscape’ (Προσωπικό Τοπίο). Ήταν ένα από τα πιο σημαντικά λογοτεχνικά περιοδικά της περίοδου εκείνης, στα τεύχη του οποίου δημοσιεύθηκαν στην αγγλική τα ποιήματα του Κ.Π. Καβάφη και του Γιώργου Σεφέρη.

Πενήντα χρόνια, όμως, από τον θανατό του, η ποίηση του Σπένσερ γίνεται όλο και πιο δημοφιλής. Τα Πανεπιστήμια του Reading (Ρέντιγκ) και του Λονδίνου οργανώσουν συμπόσια για τον έργο του, τα ποιήματά του επανεκδίδονται, και κατακτά πλέον τη θέση ένας νηφάλιου και διακριτικού παρατηρητή της Ελλάδας και της Ισπανίας, όπου εργάσθηκε ως καθηγητής στο Βρετανικό Συμβούλιο.

Γόνος της αριστοκρατικής οικογένειας των Σπένσερ-Τζούρτζιλ, γεννήθηκε στην Ινδία όπου ο πατέρας του υπηρετούσε ως δικαστής. Σπούδασε στην Αγγλία και αποφοίτησε από Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης όπου διατέλεσε συντάκτης του περιοδικού ‘Oxford Poetry’ (Οξφορδική Ποίηση). Την δεκαετία του 30 εργάσθηκε ως δάσκαλος σε διάφορα σχολεία και σ’ένα διαφημιστικό γραφείο. Αλλά πιό σημαντικό για τον Σπένσερ προσωπικά ήταν ο ρόλος του ως βοηθού συντάκτη της ‘New Verse’ (Νέας Ποίησης) -περιοδικό προβολής έργων του W.H.Auden (Οντεν), Louis MacNeice (Λούις Μακνής) και Stephen Spender (Στήβεν Σπέντερ) στο οποίο δημοσιεύθηκαν επίσης τα ποιήματα του ίδιου του Σπένσερ.

Με την κήρυξη του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, ο Σπένσερ, που πάντα υπέφερε από προβλήματα υγείας και θεωρήθηκε ακατάλληλος να υπηρετήσει στο Στρατό και εντάχθηκε ως καθηγητής στο Βρετανικό Συμβούλιο. Ετσι άρχισε τυχαία η σταδιοδρομία του με το Βρετανικό Συμβούλιο και η πρώτη επαφή του με την Ελλάδα. Ο Σπένσερ και η γυναίκα του, η ηθοποιός Nora Gibbs (Νόρα Γίμπς), έφθασαν το Μάρτιο του 1940 στην Θεσσαλονίκη, όπου ο Σπένσερ εργάσθηκε ως καθηγητής της Αγγλικής γλώσσας στο Ινστιτούτο Αγγλικών Σπουδών στην Οδό Τσιμισκή 42, με μισθό 325 λίρες τον χρόνο.

Ενας από τους ρόλους του Βρεττανικού Συμβούλιου εκείνη την περίοδο ήταν η στήριξη της προσπάθειας της βρετανικής κυβέρνησης να εξουδετερώσει την προπαγάνδα του Άξονα στα Βαλκάνια. Ο Σπένσερ παρήγγειλε από το Λονδίνο αντίγραφα αγγλικών μεγάλων έργων τέχνης, για να διακοσμήσει τους τοίχους του Ινστιτούτου. Ο συνάδελφος του ο Λόρενς Ντούρρελ, καθηγητής στην Καλαμάτα, πρότεινε την οργάνωση διαλέξεων από διάσημους Άγγλους σε όλη την Ελλάδα. Η πιο ιδιορρυθμή πρόταση όμως ήταν αυτή του Βρετανικού Συμβούλιου στο Λονδίνο. Το Συμβούλιο θα έπαιρνε από τους εκδοτικούς οίκους νέα αστυνομικά μυθιστορήματα πριν από την έκδοσή τους, δίχως το τελευταίο κεφάλαιό τους. Τα κατά τόπους Βρετανικά Συμβούλια στις χώρες των Βαλκανίων θα οργάνωναν φιλολογικές συζητήσεις με θέμα την ανεύρεση του δολοφόνου. Δεν γνωρίζουμε εάν τελικώς ετέθη σε εφαρμογή το πρωτότυπο αυτό σχέδιο που είχε ως στόχο να εξουδετερώσει την προπαγάνδα του Χίτλερ με μυθιστορήματα της Άγκαθα Κρίστη.

Στο ποίημα του ‘Salonica June 1940’ (Η Θεσσαλονίκη το Ιούνιο 1940) ο Σπένσερ περιέγραψε την ήσυχη καθημερινή ζωή της συμπρωτεύουσας την οποία δεν μπορούσε να προστατέψει από την επερχόμενη καταιγίδα. Οταν έφθασε ο πόλεμος και άρχισαν οι αεροπορικές επιθέσεις, το ξενοδοχείο όπου διέμεινε ο Σπένσερ καταστράφηκε στη διάρκεια βομβαρδισμού και η Ελληνική κυβέρνηση αναγκάσθηκε να κλείσει τα Ινστιτούτα, για λόγους ασφάλειας. Στο ποίημά του ‘Base Town’ (Πόλη της Βάσης) περιγράφει αυτές τις δύσκολες μέρες και μας θυμίζει ότι στο Μέτωπο “ο θάνατος ήταν κάτι το σύνηθες”. Με το κλείσιμο του Ινστιτούτου ο Σπένσερ μετατέθηκε στο Πανεμιστήμιο του Κάϊρου ως καθηγητής. Η γυναίκα του είχε γυρίσει στο Λονδίνο όπου υπερετούσε στο Υπουργείο Προμηθειών. Μόνο το 1944 της δόθηκε άδεια να μεταβεί στο Κάϊρο.

Στην Αίγυπτο ο Σπένσερ βρήκε άλλους Αγγλους συγγραφείς από τα Βαλκάνια, “εξόριστοι από μία χώρα όχι την δική τους” (“exiles from a country not their own”) όπως έγραφε η συγγραφεύς Olivia Manning (Ωλίβια Μάννινγ). Μαζί με τον Λόρενς Ντούρρελ και τον Robin Fedden (Ρόπμιν Φέντεν), έναν άλλο συγγραφέα στο Κάϊρο, ο Σπένσερ εξέδωσε το περιοδικό ‘Προσωπικό Τοπίο’ που αποτέλεσε την φιλολογική κιβωτό της καλύτερης ποίησης της περιόδου, δημοσιεύοντας έργα του Καβάφη και του Σεφέρη. Ο Σπένσερ και ο Σεφέρης συνδέθηκαν φιλικά στο Κάϊρο και στο ημερολόγιο του ο Σεφέρης περιγράφει τις συναντήσεις τους στο Καφενείο Groppi (Γρόππι) όπου ο Σπένσερ θα έδειξε στον Σεφέρη τα νέα ποιήματά του για την Ελλάδα. Η Γεννάδιος Βιβλιοθήκη στην Αθήνα διαθέτει σήμερα μερικά από αυτά τα κείμενα του Καφενείου Γρόππι.

Μετά από τον πόλεμο δημοσιεύτηκε στο Λονδίνο στα αγγλικά η πρώτη συλλογή ποιημάτων του Σεφέρη, ‘The King of Asine and Other Poems’ (Ο Βασιλιάς της Ασίνης και άλλα ποιήματα), με μεταφράσεις από τους Σπένσερ, Ντούρρελ και Νάνο Βαλαωρίτη -τους τρεις φίλους που είχαν περάσει τις διακοπές τους στην Μύκονο τον Αύγουστο 1940. Λίγο μετά δημοσιεύτηκε η πρώτη συλλογή ποιημάτων του ίδιου του Σπένσερ, ‘Aegean Islands’ (Νησιά του Αιγαίου), το εξώφυλλο του οποίου εικονογραφούσε ένα έργο του Νίκου Εγγονόπουλου. Αλλά η φιλολογική επιτυχία του Σπένσερ συντρίβη από μία προσωπική τραγωδία. Η γυναίκα του πέθανε από φυματίωση στην Ιταλία τον Ιούνιο 1947. Τον επόμενο χρόνο ο Σπένσερ νοσηλευόταν στο νοσοκομείο με την ίδια ασθένεια.

Οταν ο Σπένσερ μετατέθηκε για δεύτερη φορά στην Ελλάδα -τη φορά αυτή στην Αθήνα- τον Σεπτέμβριο 1955, οι πολιτικές σχέσεις Ελλάδας και Βρετανίας ήταν ιδιαίτερα τεταμένες. Η θητεία του Σπένσερ στην Αθήνα σημαδεύθηκε από την αποτυχία των τριμερών διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό, τις επιθέσεις κατά των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης και την εξορία του Αρχιεπίσκοπου Μακάριου. Τον Δεκέμβριο 1955, το Ινστιτούτο Αγγλικών Σπουδών στην Αθήνα έγινε στόχος βομβιστικής επίθεσης. Ο Σπένσερ έδωσε μία διάλεξη για το έργο του Dylan Thomas (Ντύλαν Τώμας) ενώπιον πολυπληθούς ακροατηρίου, αλλά η λειτουργία του Βρετανικού Συμβούλιου γινόταν όλο και πιο δύσκολη. Στο ποίημα του ‘The Rendezvous’ (Το Ραντεβού) περιγράφει τη λύπη του βλέποντας το συρματόλεγμα γύρω από το Βρεττανικό Συμβούλιο, τα συνθήματα στους τοίχους και τις ζημιές από τις ταραχές στην αγαπημένη του πόλη, στην οποία είχε προγραμματίσει να συναντηθεί με την γυναίκα του -ένα σχέδιο που ματαίωσε η πολιτική και η απώλεια της συζύγου του.

Ο Σπένσερ πέρασε πιο ευτυχισμένες θητείες στην Μαδρίτη και Βιέννη, όπου ξαναπαντρεύτηκε και έγινε πατέρας αποκτώντας έναν γυιό. Αλλά στην Βιέννη έπεσε σοβαρά άρρωστος. Φεύγοντας από το νοσοκομείο κάτω από συνθήκες ανεξήγητες βρέθηκε νεκρός το άλλο πρωί κοντά στις σιδηροδρομικές γραμμές έξω από την Βιέννη. Ηταν 53 χρονών.

Πενήντα χρόνια μετά από τον τραγικό θανατό του, ακούμε ακόμα αυτόν τον ήρεμο και έξυπνο άνθρωπο στις λέξεις των ποιημάτων του. Ηταν στην Ελλάδα σε μία δύσκολη περίοδο αλλά, όπως έγραψε ο Λόρενς Ντούρρελ, ήταν η Ελλάδα που ξύπνησε στον Σπένσερ τον ποιητή.
 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on May 27, 2024 06:50

May 26, 2024

Ο Γιάννης Μαρής

Re-reading the crime novels of Yiannis Maris, I came across this contribution I made in 2016 to the excellent Greek 'Crimes and Letters Magazine'' Yiannis Maris issue:


Ο Γιάννης Μαρής
και η μαρτυρία ενός Άγγλου

Όταν κάποτε έψαχνα τα Εθνικά Αρχεία στο Λονδίνο ερευνώντας το θέμα της προσπάθειας, που είχε αναλάβει η Βρετανική κυβέρνηση, για την εξουδετέρωση της προπαγάνδας του Άξονα στα Βαλκάνια το 1940, εντόπισα μια ιδιόρρυθμη πρόταση του Βρεττανικού Συμβούλιου στο Λονδίνο. Το Συμβούλιο θα εξασφάλιζε από εκδοτικούς οίκους νέα αστυνομικά μυθιστορήματα πριν από την έκδοσή τους δίχως όμως το τελευταίο κεφάλαιο τους. Τα επί τόπου γραφεία του Συμβούλιου στα Βαλκάνια θα συγκροτούσαν φιλολογικές λέσχες να συζητήσουν ποίος ήταν κατά περίπτωση ο δολοφόνος.

Δεν ξέρω αν το στρατήγημα αυτό, που επινοήθηκε για τον πόλεμο εναντίον του χιτλερικού φασισμού- περιέλαβε και μυθιστορήματα της Άγκαθα Κρίστι. Είμαι βέβαιος όμως ότι ο Γιάννης Μαρής θα διασκέδαζε με το πανούργο σχέδιο των Άγγλων.

Πρέπει να ομολογήσω ότι ενδιαφέρθηκα για τα αστυνομικά μυθιστορήματα του Μαρή μόνο όταν έφυγα από την Ελλάδα. Είχα μείνει πέντε χρόνια στην Αθήνα και με την επιστροφή μου στο Λονδίνο φοβήθηκα μη ξεχάσω τα ελληνικά μου. Έπρεπε να βρω λοιπόν ελληνικά μυθιστορήματα με πολύ διάλογο. Και κάτι ακόμη, νοσταλγούσα στο Λονδινο τους δρόμους της Αθήνας, ιδιαίτερα στο Κολωνάκι, στο Μοναστηράκι, στα Εξάρχεια και σε άλλες περιοχές, όπου πήγαινα με τα πόδια από το διαμέρισμά μας στον Λυκαβηττό.

Κάθε φορά που επισκεπτόμουν την Αθήνα στις διακοπές μου, έψαχνα στα παλαιοβιβλιοπωλεία τα βιβλία του Μαρή. Θυμάμαι τα μεγάλα υπόγεια τους. Σε ένα από αυτά, σ’ ένα σοκάκι εκατό μέτρα από τον σταθμό του Μοναστηρακίου, υπήρχε θησαυρός βιβλίων και περιοδικών, όπου τα μυθιστορήματα του Μαρή ήταν κρυμμένα στη σκόνη κάτω από το χαμηλότερο ράφι. Σ’ ένα άλλο, πιο φωτεινό υπόγειο στην οδό Μαντζάρου, ο φιλικός ιδιοκτήτης τοποθετούσε τα βιβλία του Μαρή στην πιο εμφανή θέση κοντά στην είσοδο.

Σιγά σιγά βρήκα σχεδόν όλα τα αστυνομικά του Μαρή. Μερικά ήταν τα ωραία κόκκινα βιβλία τσέπης του Πεχλιβανίδη, με τα ζωηρά εξώφυλλα τους, σαν τα καλύτερα αμερικανικά αστυνομικά βιβλία της δεκαετίας 40, τα λεγόμενα ‘μαπ μπακς’ (map backs) εκδόσεις Ντελλ (Dell Publishing) με τη σκηνή του εγκλήματος (crime scene) στο οπισθόφυλλο, τόσο διαφορετικά από τα αυστηρά πράσινα εξώφυλλα της αγγλικής σειράς Πένγκουιν (Penguin Crime).

Τώρα όμως τα βιβλία του Μαρή δεν είναι κρυμμένα κάτω από τη σκόνη. Κάθε πολυτελής ‘Βιβλιο-Μπουτίκ’ στο Κολωνάκι έχει τις εκδόσεις Άγρα - έργα τέχνης του αστυνομικού βιβλίου - με την εικονογράφηση της πρώτης δημοσίευσης των μυθιστορημάτων στις εφημερίδες της δεκαετίας του 60.

Έχουμε επίσης τις ενδιαφέρουσες αναμνήσεις του Γιώργου Λεονταρίτη και το ωραίο βιβλίο του Ανδρέα Αποστολίδη, ‘Ο Κόσμος του Γιάννη Μαρή’. Ξέρουμε πολύ περισσότερα για τον Μαρή και για την εποχη του.

Γιατί λοιπόν είναι τόσο δημοφιλής σήμερα ο Γιάννης Μαρής; Όταν διαβάζω τα μυθιστορήματά του, θυμάμαι τα λόγια του Όσκαρ Ουιάλντ (Oscar Wilde), ‘Τώρα οι άνθρωποι ξέρουν την τιμή των πάντων, αλλά την αξία κανενός.» (‘Nowadays people know the price of everything and the value of nothing’). Μου φαίνεται ότι ο Μαρής ήξερε καλά την αξία των πραγμάτων και των ανθρώπων.

Συναναστράφηκε τους ανώτερους κοινωνικούς κύκλους της Ελλάδας, τους διάσημους και τους πλούσιους. Έχουμε φωτογραφίες του Μαρή με την Τζαίην Μάνσφηλντ και άλλους. Αλλά στα μυθιστορήματα του βλέπουμε ότι η αξία των χαρακτήρων του είναι συχνά κρυμμένη άλλοτε κάτω από τα φτωχικά ρούχα, άλλοτε πίσω από μια ιστορία προσωπικής αποτυχίας. Συχνά αυτοί οι άνθρωποι παίζουν τον πιο μεγάλο ρόλο στα βιβλία του Μαρή. ‘Η Εξαφανιση του Τζων Αυλακιώτη’ μας δειχνει τον Ιορδάνη Ράμογλου να περνάει τα βράδια του «με λίγο ψωμί και κανένα γιαούρτι στο σπίτι του». Αλλά «αυτός ο γερασμένος άνθρωπος με εξυπνάδα και κυρίως με καλοσύνη...είχε ένα είδος προσωπικότητας». Ο Μαρής γνώριζε την αξία τέτοιων ανθρώπων.

Με τον Μπέκα έχουμε το καλύτερο υπόδειγμα ενός ανθρώπου με αξία. Δεν είναι εγωιστής, όπως πολλοί από τους σημερινούς ήρωες αστυνομικών μυθιστορημάτων. Δουλεύει αθόρυβα, δίχως καραγκιοζλίκια. Δεν σέρνει τα προσωπικά του προβλήματα μπροστά μας.

Το μόνο που μας λείπει από τα έργα του Μαρή είναι το πιο σημαντικό. Ο Γιώργος Λεονταρίτης γράφει ότι ο Μαρής, στο τέλος της ζωής του, σχεδίαζε να γράψει τις αναμνήσεις του από την Εθνική Αντίσταση και όσα ακολούθησαν. Είναι κρίμα που δεν έχουμε ένα βιβλίο για την Αντίσταση από έναν τέτοιο μετρημένο ‘αυτόπτη μάρτυρα’.
 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on May 26, 2024 07:18

May 21, 2024

Ο απόηχος ενός τραγουδιού

One of the stories in 'The Consul from Tunis and other Ghost Stories', ('A Sound of Singing') has been published in Greek in the excellent crime theory magazine 'POLAR' Issue 7.

Ο απόηχος ενός τραγουδιού

Η διήγηση ιστοριών με φαντάσματα στο δείπνο της ετήσιας συνάντησης μας είχε γίνει πλέον παράδοση. Είμαστε οκτώ, όλοι στα εξήντα. Σπουδάσαμε Ιστορία σ' ένα μικρό Κολλέγιο του Καίμπριτζ αιώνες πριν γίνουμε δικηγόροι, καθηγητές, συντηρητές έργων τέχνης, και στην περίπτωσή μου, υπάλληλος ΜΚΟ Aνθρωπιστικής Bοήθειας.

Έτσι μια βδομάδα πριν από τα Χριστούγεννα, συναντηθήκαμε στο πατάρι ενός παλιομοδίτικου εστιατορίου στο Λονδίνο. Ξεχάσαμε τις έγνοιες μας, ξαναγυρίσαμε στα νιάτα μας, αποφάγαμε, καθίσαμε αναπαυτικά, και σε πελάγη αρμονίας με το σύμπαν περιμέναμε τη βραδινή μας ψυχαγωγία. Ήταν η σειρά μου, αυτή τη φορά, να διηγηθώ μια ιστορία.

Όπως ξέρετε, προσπάθησα να ακολουθήσω ακαδημαϊκή καριέρα. Όταν αποφοιτήσαμε παρέμεινα στο κολέγιο σκοπεύοντας να κάνω διδακτορικό στη Βυζαντινή Ιστορία. Αρχικά το θέμα μου αφορούσε μια διάσταση του σχίσματος Μονοφυσιτών και Μελχιτών, κατά τη διάρκεια του 6ου και του 7ου αιώνα. Σύντομα η προσοχή μου εστιάστηκε στις σχέσεις του Βυζαντίου με τον κόσμο έξω από τα σύνορά του. Όπως, λόγου χάρη, όταν η Αυτοκράτειρα Θεοδώρα έστειλε τον ιερέα της, τον Ιουλιανό, να προσηλυτίσει τους Αφρικανούς Βασιλιάδες της Νουβίας, νότια της Αιγύπτου, και δημιούργησε εκείνο το προκεχωρημένο φυλάκιο του βυζαντινού πολιτισμού στην Αφρική. Αποκομμένο από τον βυζαντινό κόσμο διατηρήθηκε 700 χρόνια, ώσπου εισέβαλαν οι Άραβες στην Αίγυπτο. Ένας αφρικανικός βυζαντινός κόσμος που στο απόγειο της ομορφιάς του απεικονίστηκε στις τοιχογραφίες του βυθισμένου στην άμμο καθεδρικού ναού του Φάρας. Ο Παντοκράτωρ, η Παναγία και οι Άγιοι, περιτριγυρισμένοι από ελληνικές επιγραφές, προστατεύουν τους Νούβιους Βασιλείς κι αξιωματούχους ακουμπώντας το χέρι τους στους ώμους των. Όλοι φορώντας τα ίδια ιμάτια της βυζαντινής αυλής, λαμπρά και φορτωμένα με κοσμήματα. Ο ξεχασμένος μυθικός κόσμος του Ιωάννη του Πρεσβύτερου ίσως.

Δυστυχώς ένα χρόνο αργότερα παραδέχτηκα ότι δεν ήμουν γεννημένος για ακαδημαϊκή καριέρα. Νομίζω ότι το πρόβλημα που είχα με τη βυζαντινή ιστορία ήταν η απέχθεια που αισθανόμουν για την κτηνωδία της αυτοκρατορικής οικογένειας. Συνεχείς τυφλώσεις εκθρονισμένων Αυτοκρατόρων και αδελφοκτονίες. Έμοιαζε περισσότερο οθωμανική παρά ελληνική.

Η δουλειά που μου ταίριαζε καλύτερα βέβαια, ήταν στον τομέα της Διεθνούς Βοήθειας, στην Αφρική κυρίως. Όπως πολλοί της γενιάς μου, μπήκα στη δουλειά πλαγίως. Απαντώντας σε μια μικρή αγγελία, στην εφημερίδα «Γκάρντιαν», όπου ζητούσαν δασκάλους αγγλικής γλώσσας για σχολεία της μέσης εκπαίδευσης στο Σουδάν. Παρουσιαζόσουν στο πολιτιστικό τμήμα της πρεσβείας του Σουδάν στο Λονδίνο, και απ' ό,τι ξέρω, έχοντας πτυχίο σε οποιοδήποτε θέμα, σε δέχονταν και σε προσλάμβαναν για ένα χρόνο με μισθό 1.500 λίρες. Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω πού έβρισκε η Σουδανέζικη Κυβέρνηση τα κονδύλια να πληρώνει τέτοιους μισθούς. Σύμφωνα με τις φήμες που κυκλοφορούσαν το πρόγραμμα χρηματοδοτούνταν από τους Σαουδάραβες.

Έτσι μαζί με άλλους είκοσι και μετά από μια καθυστέρηση στο Λονδίνο, η πτήση μας αναβλήθηκε για λίγες μέρες (εκείνη την εποχή τα αεροπλάνα πετούσαν όταν γέμιζαν) βρεθήκαμε στην αίθουσα των Αφίξεων στο Χαρτούμ. Μια χαλασμένη ράμπα αποσκευών και οι βαλίτσες σωρός στο πάτωμα ήταν η πρώτη μου επαφή μ' έναν κόσμο που έμελλε ν' αγαπήσω.

Μετά από δυό βδομάδες στο Χαρτούμ και μια τυχαία επιλογή αναθέσεων, βρέθηκα να πετάω μ' ένα παλιό ελικοφόρο στη Νουβία. Πιλότος ήταν ένας χαρακτηριστικός ομογενής. Βετεράνος της Μάχης της Αγγλίας, με τσιγκελωτό μουστάκι. Ήταν φανερό ότι του άρεσε να πετά και υποθέτω ότι η Sudan Airways Internal, ήταν η μόνη εταιρία στον κόσμο που θα προσλάμβανε κάποιον στην ηλικία του.

Με την προσγείωση του αεροπλάνου και το τράνταγμα της καρότσας ενός ημιφορτηγού Τoyota, αφού διέσχισα λίγα μίλια ερήμου και έφτασα στην κωμόπολη, όπου πήγαινα, αποχαιρέτησα την τεχνολογία για ένα χρόνο. Ο κόσμος που με περίμενε ήταν ειρηνικός και σιωπηλός. Εκεί ο χρόνος μετριόταν ακόμη με τις εποχές του.

Νομίζω ότι στην αρχή με επηρέασε βαθύτερα η σιωπή. Η πόλη είχε μια αγορά και μερικές εκατοντάδες μέτρα ασφαλτοστρωμένων δρόμων που γρήγορα ξέφτιζαν στην έρημο. Πετώντας από το Χαρτούμ έβλεπες ότι όλη η Νουβία ήταν τότε δυο πράσινες λωρίδες καλλιεργημένης γης ένθεν κακείθεν της λεπτής κορδέλας του Νείλου. Το υπόλοιπο ήταν η έρημος. Και η έρημος ανήκε στη σιωπή που δεν μπορούσε παρά να οξύνει τις αισθήσεις.

Όπως και η καφτή ζέστη, το λαμπρό γαλάζιο του ουρανού, αλλά και η αστροφεγγιά της σκοτεινής νύχτας. Δεν υπήρχαν ημίμετρα. Μόνο τα απλά πράγματα είχαν σημασία. Μια κούπα από φθαρμένο σμάλτο γεμάτη νερό από το πηγάδι, η σκιά ενός τοίχου από τούβλα, η ζέστη μιας κουβέρτας το βράδυ. Ένα σωρό πράγματα που γέμιζαν την ζωή μου ως τότε δεν είχαν πια καμιά σημασία.

Ήμουν τυχερός που βρέθηκα κατά τύχη στο Σουδάν όταν ξεκίνησα τη δουλειά μου στην Αφρική. Οι Σουδανοί ενδιαφέρονταν για μένα, ήταν φιλικοί και απρόσμενα ανεκτικοί με έναν νεαρό ξένο που η μόνη του ικανότητα ήταν ότι μιλούσε Αγγλικά. Τη δική τους αξία την ένιωσα μαθαίνοντας καλύτερα Αραβικά. Γράφοντας λέξεις όπως τις άκουγα σε ένα σημειωματάριο, ίσα ίσα όσα χρειαζόμουν για τις καθημερινές μου ανάγκες. Κι αρκετά για να μιλήσω με κάποιον γεωργό για τη σοδειά του, για την σπορά μιας συστάδας δέντρων που ψηλώνοντας θα δημιουργούσαν ένα προστατευτικό ανάχωμα ενάντια στον αέρα για το γιο του, όταν θα αναλάμβανε να φροντίζει τα χωράφια, στο μέλλον.

Αν δεν αναφέρομαι πολύ στην εκπαιδευτική μου σταδιοδρομία στο Σουδάν, είναι επειδή δεν θεωρώ ότι είχε κάποια ιδιαίτερη αξία για τους Σουδανούς. Δεν είχα ιδέα τι υποτίθεται ότι έπρεπε να κάνω, έτσι ενεργούσα κάθε φορά κατά το δοκούν. Θυμάμαι ότι στην αρχή της χρονιάς έψαξα στην αποθήκη του σχολείου να δω τι βιβλία υπήρχαν που μπορούσα να χρησιμοποιήσω. Μετά από ένα βιαστικό μέτρημα, και υπολογίζοντας πως κάθε τάξη είχε πενήντα ή και περισσότερα αγόρια, κατέληξα στα φθαρμένα βιβλία μιας έκδοσης, προ εικοσαετίας, των «Κλασσικών Συγγραφέων για Αφρικανικά Σχολεία». Η επιλογή ήταν ανάμεσα στο «Λογική κι Ευαισθησία» της Τζέην Ώστεν ή τον «Μόμπυ Ντικ». Επέλεξα το δεύτερο, αν και το μεγαλύτερο ψάρι, που είχαν δει ποτέ τα παιδιά, ζούσε στο Νείλο και ήταν 30 εκατοστά. Δεν πιστεύω όμως ότι τα θέματα που πραγματεύεται η Τζέην Ώστεν μπορεί να τους απασχολούσαν. Νομίζω ότι το πιο χρήσιμο πράγμα που έκανα όλο το χρόνο ήταν ότι πριν φύγω έδωσα στους δύο εξυπνότερους μαθητές τα δύο αντίτυπα ενός αραβοαγγλικού λεξικού που είχα. Τα υπόλοιπα παιδιά προσπάθησα να τα ψυχαγωγήσω. Λυπάμαι που το λέω, αλλά κυρίως εγώ εκπαιδεύτηκα.

Όντως, έμαθα πολλά εκεί, που με βοήθησαν αργότερα στη δουλειά μου. Θυμάμαι όταν ταξίδεψα στα ανατολικά του Σουδάν, κατά τη διάρκεια των σχολικών διακοπών, συνάντησα έναν άνθρωπο που είχε ασχοληθεί με την πολιτική στο Χαρτούμ. Σήκωσε την κελεμπία του και μου έδειξε τις μαχαιριές στο στομάχι για να το αποδείξει. Αηδιασμένος από τις εσωτερικές έριδες, τα είχε παρατήσει για να εργαστεί στο Συνεταιριστικό Κίνημα. Η δουλειά του ήταν να λύνει τα προβλήματα ώστε να προχωρεί ένα έργο. Το παράδειγμα που μου έδωσε αφορούσε ένα πελώριο φράγμα που έχτισε κάπου η Κυβέρνηση χρησιμοποιώντας ξένα κεφάλαια που έρρεαν. Το μόνο μειονέκτημα ήταν ότι η περιοχή όπου συγκεντρωνόταν το νερό ήταν η μόνη καλλιεργήσιμη γη στη χώρα. Είχε βρει μια συμβιβαστική λύση. Κατασκευάζοντας μια σειρά τοίχων διέσωσε ένα κομμάτι αυτής της γης από την καταβύθιση. Έμαθα πολλά στο Σουδάν.

Όμως η χρησιμότητα αυτής της γνώσης θα αποδεικνυόταν στο μέλλον. Η ιστορία μου αφορά τον χρόνο που έμεινα σ' εκείνη τη μικρή σουδανέζικη κωμόπολη και την ευαισθητοποίηση των αισθήσεών μου. Γιατί όταν ζεις σ΄ ένα μέρος όπου ο χρόνος σταμάτησε, τότε το παρελθόν και το παρόν τείνουν να χάσουν το νόημά τους. Και καθώς οι αισθήσεις οξύνονται αρχίζεις να αντιλαμβάνεσαι ότι το παρελθόν βρίσκεται ολόγυρά σου, και συμπιέζει το παρόν όσο μπορεί. Ούτε απειλητικά ούτε επίφοβα, αλλά ήσυχα και ήρεμα και τόσο φυσικά όσο η ροή του μεγάλου ποταμού, που χωρίς αυτόν η Νουβία θα ήταν μόνον άμμος.

Άρχισε στα πιο κατάλληλα μέρη, όπως στο κοιμητήριο στους αμμόλοφους, έξω από την πόλη, όπου, από τους αβαθείς τάφους στην άμμο ξεπρόβαλαν λευκά κόκκαλα αποκαλύπτοντας κουρελιασμένα σάβανα που ανέμιζαν με το αεράκι.

Ύστερα ήταν κι ό,τι ξέμεινε εγκαταλειμμένο στην έρημο. Ο Αιγυπτιακός ναός στις αμμουδερές όχθες του ποταμού, δύο σειρές πέτρες με ιερογλυφικά που ήταν τόσο καθαρά και ευδιάκριτα όπως όταν πρωτοχαράκτηκαν. Ή ακόμη ένα τεράστιο παλιό τρακτέρ, τέλειο, χωρίς ίχνος σκουριάς, που βρισκόταν ακόμη εκεί όπου είχε εγκαταλειφθεί εδώ και πενήντα χρόνια, μνημείο ενός ανολοκλήρωτου έργου. Θα γινόταν μια τεχνητή λίμνη κι ένα κανάλι στα βάθη της ερήμου ώστε να αυξηθεί η καλλιεργήσιμη γη.
Και μικρότερα πράγματα , όπως η σπασμένη λάμπα θυέλλης, χωρίς το γυαλί της, παραπεταμένη στα σκουπίδια στους αμμόλοφους. Κι εκείνοι οι δύο μεταλλικοί κρίκοι, μπηγμένοι στο έδαφος, σε ένα χορταριασμένο σημείο στο κέντρο της πόλης. Σε κάθε κρίκο ήταν χαραγμένη η μάρκα «Slazenger». Λείψανα ενός γηπέδου τένις, μοναδικό απομεινάρι της κατοικίας του Επαρχιακού Κυβερνήτη της αποικίας. Παίρνω όρκο ότι μερικές φορές μπορούσα ν' ακούσω κελαριστό γέλιο και αγγλικές φωνές κάποιου απογευματινού ματς από χρόνια ξεχασμένου.

Αλλά υπήρχαν βέβαια και ζωντανά φαντάσματα. Έτσι όπως μαστίγωνε ο αέρας την άμμο δημιουργούσε φιγούρες που αιωρούνταν και έμοιαζαν με ανθρώπους που έτρεχαν με τα χέρια απλωμένα σαν να ήθελαν απεγνωσμένα να σε χαιρετήσουν. Και η ιστορία που έλεγαν οι ντόπιοι για μια Ρωσίδα μηχανικό που είχε έρθει να εργαστεί στο Σουδάν, αλλά παντρεύτηκε έναν Σουδανό και ζούσε πίσω από ένα καφάσι, σ' ενα χωριό, ανεβαίνοντας το ποτάμι. Ενα ζωντανό φάντασμα που δεν έβλεπε κανείς.

Όμως ήταν οι ήχοι που άρχισαν να με στοιχειώνουν. Γιατί η ακοή μου ευαισθητοποιήθηκε περισσότερο, και ήταν σαν να μπορούσα να ακούσω μήκη ηχητικών κυμάτων που ούτε φανταζόμουν ότι υπήρχαν. Είτε ήταν ο αέρας στο νεκροταφείο, είτε ο γέρος που ερχόταν κάθε απόγευμα στο σχολείο σέρνοντας ένα παλιό ποτιστήρι να καταλαγιάσει τη σκόνη στην αυλή, άρχισα ν' ακούω ένα υπόγειο ρεύμα κάτω από το θόρυβο που έκαναν. Άκουγα τον θλιμμένο απόηχο χαμηλόφωνου τραγουδιού κρυμμένο στον άνεμο ή βυθισμένο στις σταγόνες του νερού καθώς έσκαγαν στο χώμα.

Και έφτασα στο σημείο να αποζητώ αυτό τον υπόγειο ήχο που σημάδεψε το χρόνο που πέρασα στη Νουβία. Γιατί μου φάνηκε πως ήταν το μουρμούρισμα μιας βυζαντινής ψαλμωδίας από τους καθεδρικούς ναούς και τις εκκλησίες των Βασιλιάδων της Νουβίας. Σαν να μην είχαν χαθεί 700 χρόνια ιστορίας, ωσάν η μουσική τους, που μπορούσαμε μόνο να φανταστούμε, να ηχούσε ακόμη σαν υπόγειο ρεύμα στη ζωή μας.

Το άκουγα στις ψαλμωδίες των Σούφι σε ένα φεστιβάλ, στους αμανέδες της σουδανέζικης λαϊκής μουσικής, στα μακρόσυρτα ρεφραίν του "Ya Habibi" (Αγάπη μου), που ξεχύνονταν από τα κασετόφωνα των φορτηγατζήδων. Το άκουγα όταν ταξίδευα, όταν καθόμουν στην κορυφή ενός λόφου πάνω από τη Σινκάτ, περιμένοντας το επόμενο τρένο - 36 ώρες αργότερα - στην τραγουδιστή φωνή του παιδιού, που πουλούσε κλαράκια για το καθάρισμα των δοντιών -πέντε πένες το κομμάτι.

Το άκουγα στο βρυχηθμό του Τρίτου Καταρράκτη, στην καταιγιστική ροή του νερού που ήταν η ίδια ένας ύμνος στο εφήμερο. Το άκουγα στις αγωνιώδεις κραυγές των γυναικών, όταν τα κύματα έσκαζαν στο πλάι των παλιών μεταγωγικών που διέσχιζαν το Νείλο, ή στις κραυγές χαράς, όταν άρχιζαν οι χοροί του ζευγαρώματος στους γάμους. Ήταν οι μόνες φορές που έβλεπα τις γυναίκες να χορεύουν ξέσκεπες αποκαλύπτοντας τα μαύρα στιλπνά μαλλιά τους, που έλαμπαν καθώς λικνίζονταν πέρα δώθε με τα μπράτσα απλωμένα και την ένταση των ανδρών που ηλέκτριζε το πλήθος σαν σπινθήρας φωτιάς.

Έφτασα να αγαπώ εκείνο τον υπόγειο ήχο και να τον προσδοκώ. Αναρωτιόμουν αν μόνο εγώ καταλάβαινα ότι ήταν η πανάρχαιη, από αιώνες ξεχασμένη λειτουργία της βυζαντινής εκκλησίας της Νουβίας. Φανταζόμουν τις ψαλμωδίες στο Φάρας τα τελευταία χρόνια, όταν οι τοίχοι του καθεδρικού ναού είχαν θαφτεί ολοσχερώς σχεδόν κάτω από την άμμο. Όταν to εκκλησίασμα αναγκάστηκε να κτίσει με τούβλα τα παράθυρα και να σκάψει τούνελ κάτω από την πύλη του ναού, ώστε να μπορέσουν να χωθούν μέσα να προσευχηθούν, αγωνιώντας για την πίεση της άμμου στους τοίχους. Ένα εκκλησίασμα αποφασισμένο να επιμείνει, όπως ταιριάζει σ' ένα μεθοριακό φυλάκιο του βυζαντίνου πολιτισμού, τόσο ηρωικό, όσο ο τελευταίος Παλαιολόγος Αυτοκράτορας που αρπάζοντας το σπαθί του τρέχει στην πρώτη γραμμή ενώ οι Τούρκοι παραβιάζουν τα τείχη του Βυζαντίου.

Για κάποιον που πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του κάνοντας πρακτικές δουλειές, ομολογώ πως ήμουν πάντα αδιόρθωτα ρομαντικός.

Και θα έφευγα από το Σουδάν με το ρομαντισμό μου άθικτο αν δεν πάθαινα μια βαριά κρίση δυσεντερίας. Έπασχα από δυσεντερία σχεδόν βδομάδα πάρα βδομάδα και είχα χάσει 12 κιλά στο διάστημα που έμεινα εκεί. Αλλά θυμάμαι μια φορά που ήμουν χειρότερα απ' ό,τι συνήθως και δεν πήγα στο σχολείο μια δυο μέρες. Όταν στάθηκα πάλι στα πόδια μου, μια Παρασκευή, η μόνη ελεύθερη μέρα που είχα, περπάτησα τα χαράματα ως το ποτάμι, παρακάτω. Χλωμός ακόμη από τη δυσεντερία. Ψηλός κι αδύνατος, θα με περνούσαν κι εμένα για φάντασμα, καθόμουν εκεί, κάτω από τις φοινικιές, στο γκρίζο φως της αυγής, χαζεύοντας το άδειο ποτάμι. Η αρρώστια με είχε ξετινάξει και υποψιάζομαι ότι οι αισθήσεις μου είχαν οξυνθεί στο έπακρο, όσο ποτέ πριν ή μετά.

Τότε τα είδα. Μια σειρά ιστιοφόρα έπλεαν με τη ροή του ποταμού προς την Αίγυπτο. Ιστιοφόρα, όπως αυτά που είχα δει τόσες φορές. Όμως τώρα ανέμιζαν άσπρες σημαίες στα κατάρτια με τον κίτρινο διπλό σταυρό των βυζαντινών χριστιανών Βασιλέων της Νουβίας. Τα ιστιοφόρα ήταν γεμάτα με γυναίκες και παιδιά κυρίως, και μπορούσα να δω ότι ήταν Νότιοι. Ήταν αιχμάλωτοι από το Νότο, σκλάβοι που τους έστελναν στην Αίγυπτο οι Βασιλείς της Νουβίας. Ο ετήσιoς φόρος που πλήρωναν οι Βασιλείς στους Άραβες της Αιγύπτου. Ένας φόρος που πλήρωναν εκατοντάδες χρόνια εξαγοράζοντας τους Άραβες για να παρατείνουν την ελευθερία της χριστιανικής Νουβίας.

Και άκουσα τον απόηχο που έφτανε από τα ιστιοφόρα. Ένα μελωδικό ψιθύρισμα, διακριτικό, να μην προκαλεί. Αυτός ήταν ο υπόγειος ήχος που άκουγα παντού. Ούτε βυζαντινή λειτουργία, ούτε ο θρήνος ενός χαμένου βυζαντινού νουβικού κόσμου. Ήταν το τραγούδι των σκλάβων.
 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on May 21, 2024 07:25

September 18, 2023

The Consul from Tunis: and other ghost stories

'The Consul from Tunis: and other ghost stories' is a new collected paperback edition of all the ghost stories I've published over the last few years. Available from Amazon and elsewhere, 'The Consul from Tunis' replaces my earlier paperback 'Fourteen Ghost Stories'.

These sixteen intriguing and uncanny tales range from the Baltic Sea to the Sudan and from 17th century London to Tibet. They blend history and crime with the emphasis always on the characters and the lives that they lead. Travelling in the footsteps of M R James and Roald Dahl, these are stories as puzzles and stories with an after-life.

https://www.amazon.co.uk/Consul-Tunis...

https://www.amazon.com/Consul-Tunis-o...
 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on September 18, 2023 02:42