Το πράσινο των φύλλων (Από τη «Μέρα της Μελάνης»)
Βρήκε τον Βασίλι Μαρίνσκι, πάντα εύρωστο, με το μουστάκι και τα γελαστά του μάτια, στο μεγάλο του θερμοκήπιο το γεμάτο λουλούδια. Ο μπαμπάς κηπουρός, καινούργιο χόμπι.
Ο κλειστός κήπος ήταν πλούσιος και πολύ περιποιημένος. Θάμνοι πολυετών φυτών εναλλάσσονταν με χαριτωμένα λουλούδια που δεν μύριζαν μα ήταν πολύ ζωντανά, άλλα σε παραλλαγές του λευκοκίτρινου και προστατευμένα σε γωνιές κι άλλα σε μεγάλη ποικιλία χρωμάτων και στοιχισμένα στα μακρόστενα παρτέρια. Όταν πλησίασε η Αντριάνα, είδε ότι τα χρώματα ήταν στην πραγματικότητα λίγα, μα όπως συνδυάζονταν σχημάτιζαν από μακριά την εντύπωση άλλου, νέου χρώματος, με την οπτική μίξη των μικροσκοπικών πετάλων.
Ο πατέρας της είπε με ενθουσιασμό:
«Πρόσεξε το πράσινο των φύλλων. Όταν ζεσταίνει, με το κίτρινο, γίνεται πιο ζωντανό, πιο, να πούμε, ενεργητικό. Όταν ανακατεύεται με το μπλε γίνεται σοβαρό, στοχαστικό».
Η Αντριάνα άκουγε κατάπληκτη τα λόγια του Βασίλι Μαρίνσκι, δεν ήξερε ότι ο πατέρας της ήταν καλλιτέχνης κηπουρός.
Στη μεσαία σειρά υπήρχαν κάτι λουλούδια σαν πανσέδες αλλά πιο μικρά, μαύρα, κίτρινα, γαλάζια και μοβ. Τα μοβ της άρεσαν πιο πολύ.
«Ματζέντα», είπε ο Βασίλι.
Και της εξήγησε ότι είχε μπροστά της τα τέσσερα χρώματα της τυπογραφικής τετραχρωμίας: μαύρο, κίτρινο, κυανό και ματζέντα.
«Αλλά εσύ», συμπλήρωσε, «ξέρεις μόνο τα πίξελ, τα δεκαέξι εκατομμύρια χρώματα από κόκκινο, πράσινο και μπλε. Αυτά εδώ είναι αρχαία για σένα».
Ύστερα επέμενε να της δείξει κάτι. Την οδήγησε στη μια αποθήκη, που την τελευταία φορά που είχε έρθει η Αντριάνα εκείνος την ετοίμαζε. Δεν είχε δώσει σημασία τότε, ο πατέρας της είχε μονίμως κάποιο εργαστήριο – αγγειοπλαστική δεν ήταν το τελευταίο;
Ο χώρος είχε δύο δωμάτια. Στο πρώτο μεγάλοι σκληροί δίσκοι, μικρές άγνωστες συσκευές και παλιά μόνιτορ που δούλευαν με ένα αστείο χειριστήριο, το ποντίκι. Στο δεύτερο η Αντριάνα είδε ένα παράξενο μηχάνημα που μάντεψε σωστά ότι ήταν εκτυπωτικό παμπάλαιας τεχνολογίας.
«Διαβάζει έναν καταργημένο τύπο αρχείου», εξήγησε ο Βασίλι, «που γίνεται από την επεξεργασία του κειμένου με ένα επίσης καταργημένο πρόγραμμα».
Και συμπλήρωσε με καμάρι: «Πανάξιο πρόγραμμα! Ανοίγει κείμενα φτιαγμένα με φετινά προγράμματα, εκεί που ακόμα και περσινά βγαίνουν άχρηστα!»
Η Αντριάνα μουρμούρισε μηχανικά μεγαλειώδες, αλλά εκείνος συνέχισε, μιλώντας για την ποιότητα του χαρτιού, το δίπλωμα, τη διαφορά τετραχρωμίας και χρωμάτων σημείου. Στη φωνή του υπήρχε λαχτάρα, στο βλέμμα η αναμονή του μπράβο, στον τοίχο η εικόνα μιας αρχαίας ελληνικής τριήρους…